Χριστούγεννα εν πλω για την Αθήνα
Του Κώστα Μπογδανίδη
Τα Χριστούγεννα του 1909 ο Βενιζέλος τα γιόρτασε εν πλω για τον Πειραιά. Είχε φύγει μία μέρα νωρίτερα από την Κρήτη για να φτάσει στην Αθήνα όπου είχε προσκληθεί για να αναλάβει τις τύχες της Ελλάδας.
Μετά τον ταπεινωτικό πόλεμο του 1897 η χώρα είχε μπει στη δίνη μιας περιπέτειας που δύσκολα, όπως έδειχναν τα πράγματα, θα έβγαινε αλώβητη. Και πολύ περισσότερο ήταν απίθανο τα επόμενα χρόνια να ανακτήσει την εθνική της αξιοπρέπεια. Τη λύση μερικά χρόνια αργότερα κλήθηκε να δώσει ένας ανερχόμενος αστέρας της πολιτικής ζωής, ο κρητικός Ελευθέριος Βενιζέλος. Ήταν 23 Δεκεμβρίου του 1909-μετά το κίνημα στο Γουδί- όταν ο «Στρατιωτικός Σύνδεσμος» κάλεσε τον Βενιζέλο να αναλάβει πολιτικός του σύμβουλος.
Η πρόταση να προσκληθεί ο Βενιζέλος στην Αθήνα έγινε από τον αξιωματικό Παμίκο Ζυμβρακάκη όταν ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος που είχε προχωρήσει στο Κίνημα στο Γουδί αναζητούσε την πολιτική εκείνη λύση που δε θα ήταν από τον παλιό και φθαρμένο πολιτικό κόσμο. Η πρόταση έγινε δεκτή και υλοποιήθηκε δύο μέρες πριν τα Χριστούγεννα. Ο Βενιζέλος όπως δήλωσε τότε δεν μπορούσε να αρνηθεί αυτό το κάλεσμα και πήρε το πλοίο για να φτάσει στην Αθήνα στις 29 Δεκεμβρίου 1909. Από τότε μια καινούργια εποχή ξημέρωσε για την Ελλάδα.
Τα πράγματα ήταν πολύ άσχημα ως τότε. Το κλίμα της ηττοπάθειας και της άσχημης διάθεσης των Ελλήνων μετά τη νίκη των Τούρκων το 1897 έγιναν ακόμη χειρότερα μετά και από την επιβολή της Επιτροπής του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου, η οποία θα επιστατούσε στην καταβολή της πολεμικής αποζημίωσης στην Τουρκία, καθώς και στη διευθέτηση του συνολικού δημόσιου χρέους, αποτέλεσμα της πτώχευσης της χώρας το 1893.
Η χώρα πορεύτηκε ως το 1909 χωρίς να συμβαίνουν σπουδαία πράγματα. Η εσωστρέφεια και ο πεσιμισμός χαρακτήριζαν την πολιτική και κοινωνική ζωή. Στην εξουσία εναλλάσσονταν δύο κόμματα: το τρικουπικό με αρχηγό το Γεώργιο Θεοτόκη και το δηλιγιαννικό με αρχηγό τον ίδιο το Θεόδωρο Δηλιγιάννη και, μετά τη δολοφονία του το 1905, τους διαδόχους του, Δημήτριο Ράλλη και Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, ηγέτες δύο διαφορετικών κομμάτων, καταγόμενων όμως από το δηλιγιαννικό κόμμα. Τίποτα το αξιοσημείωτο δεν έγινε όλα αυτά τα χρόνια εκτός από τις κάποιες ανορθωτικές, κυρίως στον οικονομικό τομέα, προσπάθειες των κυβερνήσεων Θεοτόκη. Η χώρα βρισκόταν σε πλήρη ανυποληψία. Και η αυξανόμενη οικονομική κρίση και η δυσπραγία κοινωνικών ομάδων, η συνεχής αποκάλυψη των αδυναμιών του παλιού πολιτικού κατεστημένου προκαλούν εντεινόμενη δυσαρέσκεια και δημιουργούν συνθήκες για την ανάπτυξη αντίδρασης.
ΤΟ ΚΥΡΟΣ
Ένα χρόνο πριν το κίνημα στο Γουδί , το 1908 η αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης στη διακήρυξη εκ μέρους των Κρητών της Ένωσης με την Ελλάδα , δηλαδή η αποδοχή της διατήρησης της Κρήτης υπό την τουρκική επικυριαρχία, προτάσσοντας την πάση θυσία αποφυγή ελληνοτουρκικού πολέμου και υπακούοντας στην επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων, έπληξε για άλλη μια φορά το κύρος του βασιλιά και του περιβάλλοντός του, ως προς την ικανότητά τους στη διαχείριση των εθνικών θεμάτων.
Στο χώρο των Ελλήνων αξιωματικών κυριαρχούσε αίσθημα ταπείνωσης και μειονεξίας, καταγόμενο από την ήττα του '97 και διαιωνιζόμενο από την "άψογον", όπως ειρωνικά ονομάστηκε, στάση της Ελλάδας στις σχέσεις με την Τουρκία, ειδικά με αφορμή την διακήρυξη της Ένωσης της Κρήτης. Ταυτόχρονα, καθολική είναι η δυσαρέσκεια απέναντι στον πολιτικό κόσμο, υπεύθυνο για την ανεπάρκεια του εξοπλισμού του στρατού, την εν γένει κακή κατάστασή του. Το κλίμα αναστάτωσης συμπλήρωναν τα παράπονα για ευνοιοκρατία αλλά και κάποιες γερμανικής εμπνεύσεως ρυθμίσεις που παρακώλυαν τις προαγωγές και απειλούσαν με στασιμότητα τη σταδιοδρομία πολλών αξιωματικών, φαινόμενα συνδεμένα και τα δύο με τον πρίγκηπα Κωνσταντίνο, τον επικεφαλής του στρατεύματος.
Εξάλλου, η οικονομική κρίση το 1908, αποτέλεσμα της αδυναμίας διάθεσης των γεωργικών προϊόντων στο εξωτερικό και της διεθνούς ύφεσης που μείωσε τα εμβάσματα Ελλήνων από την Αίγυπτο και την Αμερική, έπληξε και τα εισοδήματα των στρατιωτικών, οι οποίοι, όπως και άλλες επαγγελματικοκοινωνικές ομάδες, στηρίζονταν εκτός του μισθού τους σε οικογενειακούς, αγροτικούς κυρίως, πόρους.
Στο κλίμα αναβρασμού που υπήρξε στις ένοπλες δυνάμεις έπαιξε ρόλο κι ένα ακόμη γεγονός. Ήταν έντονη η επίδραση που είχε στους Έλληνες αξιωματικούς η κίνηση των Νεοτούρκων, της "Ένωσης και Προόδου", η οποία ενέτεινε το υπάρχον αίσθημα μειονεξίας, αντιπαραθέτοντας στην αναγεννητική προσπάθεια των Τούρκων το τέλμα της Ελλάδας. Έτσι, αρκετοί κατώτεροι κυρίως αξιωματικοί ίδρυσαν μια μυστική εταιρεία, η οποία άρχισε να αριθμεί όλο και περισσότερα μέλη, το Στρατιωτικό Σύνδεσμο, που τέθηκε τελικά υπό την ηγεσία του συνταγματάρχη Νικόλαου Ζορμπά.
ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ
Το κίνημα ή "προνουντσιαμέντο", όπως ονομάστηκε, στο Γουδί εκδηλώθηκε στις 15 Αυγούστου 1909. Με αρχικές επιδιώξεις σχετικές με επαγγελματικά τους ζητήματα, την αναδιοργάνωση του στρατού και τη βελτίωση της πολεμικής ετοιμότητας της χώρας γενικότερα, οι στρατιωτικοί πρόβαλαν εντέλει ευρύτερους μεταρρυθμιστικούς στόχους που αφορούσαν τη ριζική εξυγίανση του κρατικού μηχανισμού. Η κυβέρνηση Δημήτριου Ράλλη, αποτυγχάνοντας να διαχειριστεί την κατάσταση, παραιτήθηκε και ο βασιλιάς έδωσε εντολή σχηματισμού νέας κυβέρνησης στον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, ο οποίος δέχτηκε να εφαρμόσει πολλά από τα αιτήματα του Συνδέσμου. Οι στρατιωτικοί έλεγχαν στην ουσία και το Κοινοβούλιο και την εκτελεστική εξουσία. Η όλη ενέργεια των στρατιωτικών βρήκε θερμή λαϊκή ανταπόκριση, που εκδηλώθηκε δυναμικά με ένα μαζικό συλλαλητήριο στην Αθήνα στο τέλος του Σεπτέμβρη.
Η επόμενη περίοδος, ως το τέλος του 1909, πέρασε μέσα σε κλίμα αβεβαιότητας και συγκρούσεων. Παρά την καταρχήν επιτυχία των στρατιωτικών και την προώθηση αρκετών από τα μεταρρυθμιστικά τους αιτήματα με ψήφιση ανάλογων νόμων η μεταρρύθμιση αντιμετώπιζε την αντίδραση του παλαιού πολιτικού κόσμου. Εξάλλου, ο Σύνδεσμος δε διακρινόταν από σαφή πολιτικό και ιδεολογικό χαρακτήρα, η παρέμβασή του είχε περισσότερο να κάνει με την εκδήλωση μιας δυσαρέσκειας απέναντι στα παλιά κόμματα και στα ανάκτορα. Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος δε διέθετε κάποιο σαφές πολιτικό πρόγραμμα· περισσότερο αποτελούσε την έκφραση μιας αντίδρασης απέναντι στην παλιά πολιτική τάξη και τα ανάκτορα.
Η κατάσταση ήταν μάλλον αδιέξοδη και ο Σύνδεσμος προσανατολιζόταν σε αναζήτηση πολιτικού συμβούλου, τον οποίο αναγνώρισε στο πρόσωπο του Κρητικού πολιτικού, του Ελευθέριου Βενιζέλου.
Οι λόγοι που έκαναν το Στρατιωτικό Σύνδεσμο να στραφεί στο Βενιζέλο ήταν:
-Ο Βενιζέλος είχε εκφράσει στην πράξη τη διττή προσήλωση στην εθνική ιδέα και στους δημοκρατικούς θεσμούς, αλλά και είχε αποβεί ο δυναμικός φορέας αντιλήψεων και μεθόδων που έβρισκαν ευνοϊκή ανταπόκριση στο χώρο των επαναστατών.
- Η δημιουργία κράτους συγχρόνου, ικανού να αντιμετωπίσει τις εντεινόμενες διεθνείς πιέσεις και να συμβάλλει στη βελτίωση των όρων της κοινωνικής ζωής, είχε αποτελέσει την ενιαία συνισταμένη, τόσο των προγραμματικών αρχών του Βενιζέλου όσο και των διακηρύξεων του Συνδέσμου.
- Η προσφυγή του Βενιζέλου το 1905 στο επαναστατικό κίνημα του Θερίσου, δείχνει ότι και αυτός αρνούνταν τη νομιμότητα εφόσον διακυβεύονταν εθνικά συμφέροντα.
- Ο Βενιζέλος μετά τον τερματισμό του κινήματος του Θερίσου είχε αναχθεί σε ενεργό παράγοντα της εθνικής ζωής.
Υπήρξε και πρόταση συνεργασίας του Συνδέσμου με το Βενιζέλο. Ο ίδιος όμως ο Βενιζέλος δεν την αποδέχτηκε και αρνήθηκε να αναλάβει την πρωθυπουργία, υποστηρίζοντας ότι η παρουσία του στην Κρήτη είναι απαραίτητη και ότι θεωρούσε ότι ήταν ασύμφορο για τη χώρα και γι' αυτόν να αναλάβει τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή την κυβέρνηση, γιατί ήταν «ξένος» και θα είχε αντιδράσεις από μέρους των κομμάτων και από το βασιλιά, καθώς υπήρχε η ιδέα ότι ήταν αντιδυναστικός. Δέχτηκε όμως να αναλάβει το ρόλο του μεσολαβητή. Ο ίδιος δήλωσε ότι "Ο λαός της Ελλάδας οφείλει να εμμένει εν τη ιδέα της ανορθώσεως και να παράσχει πάσαν την ηθικήν και υλικήν συνδρομήν του, όπως αχθή εις πέρας το έργον της επαναστάσεως, από την καλήν έκβαση του οποίου εξαρτάται όχι μόνον η ένωσις της Κρήτης αλλά και η ύπαρξης του ελληνισμού ως έθνους και ως κράτους".
Μεταξύ των ενδεικνυόμενων μέτρων που υπέδειξε για την αναβάθμιση της χώρας και τα οποία υιοθέτησε ο βασιλιάς Γεώργιος ήταν η προκήρυξη εκλογών για σύγκληση Αναθεωρητικής Βουλής, η αντικατάσταση της κυβέρνησης από το Στέφανο Δραγούμη και η διάλυση του Στρατιωτικού Συνδέσμου. Τον Ιανουάριο του 1910 ο Βενιζέλος επέστρεφε στην Κρήτη, αφού είχε θέσει τα θεμέλια τόσο για την έξοδο της χώρας από την πολιτική ανωμαλία, όσο και την προσωπική καθιέρωσή του ως ηγέτη. Το Μάρτη συγκαλέστηκε η Αναθεωρητική Βουλή. Η κυβέρνηση Δραγούμη ανταποκρίθηκε θετικά στις απαιτήσεις της διττής αποστολής της, τη διασφάλιση της αναθεωρητικής διαδικασίας και την ολοκλήρωση του νομοθετικού έργου της μεταβατικής επαναστατικής περιόδου. Ο Βενιζέλος ορκίστηκε πρωθυπουργός της Κρητικής Πολιτείας. Η διεξαγωγή των εκλογών όμως στις 8 Αυγούστου επέτρεψε την αλλαγή. Πολλοί αναζήτησαν στο πρόσωπο του Βενιζέλου τον αντιπροσωπευτικό φορέα του αιτήματος της πολιτικής αλλαγής. Παρόλο που απουσίαζε στο εξωτερικό, ο δικηγορικός σύλλογος της Αττικοβοιωτίας τον πρότεινε και στη συνέχεια τον εξέλεξε βουλευτή.
Ο Βενιζέλος μετά την εκλογική ετυμηγορία της 8ης Αυγούστου 1910, δεν είχε επανέλθει στην Αθήνα. Στη Λουκέρνη, όπου βρίσκονταν, πληροφορήθηκε την εκλογή του και ύστερα από σύντομη παραμονή στη Ρώμη επέστρεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Κρήτη, όπου και παραιτήθηκε από την ηγεσία του εκεί κόμματός του. Στις 5 Σεπτεμβρίου αποβιβάστηκε στον Πειραιά όπου τον υποδέχτηκαν θερμά οπαδοί και φίλοι. Στην πλατεία Συντάγματος προανήγγειλε την ίδρυση ενός κόμματος αρχών που θα ήταν φορέας μεταρρυθμίσεων. Από εκεί αντέταξε και την ακλόνητη εμμονή του στην Αρχή της Αναθεωρητικής και Διπλής Αναθεωρητικής Βουλής, ενώ στην έκκληση του πλήθους για Συντακτική Βουλή, εκείνος για τρίτη φορά αντέτεινε: "Αναθεωρητική" .
Η συγκέντρωση της 5ης Σεπτεμβρίου υπογράμμιζε την ηγετική επιβολή του Βενιζέλου στο χώρο της ελληνικής πολιτικής ζωής και επιβεβαίωνε την αναγωγή του σε ουσιαστικό ρυθμιστή της κατάστασης. Όταν στις 12 Σεπτεμβρίου η κυβέρνηση Δραγούμη παραιτήθηκε, η υποψηφιότητα του Βενιζέλου για την πρωθυπουργία ήταν ακαταμάχητη. Ο βασιλιάς Γεώργιος Α? ανέθεσε σχηματισμό κυβέρνησης στο Βενιζέλο, διότι. "εκπροσωπεί σήμερον την ιδέαν της ανορθώσεως των πολιτικών μας ηθών, την ιδέαν της αναγεννήσεως και επ' αυτού στηρίζει όλος ο κόσμος τας ελπίδας της σωτηρίας του τόπου από την αναρχίαν και την κακοδαιμονίαν εις την οποίαν περιήλθαμεν"
ΤΟΜΗ
Το 1909, έτος της εκδήλωσης του Κινήματος στο Γουδί, είναι έτσι κι αλλιώς μια τομή στην ελληνική Ιστορία σηματοδοτώντας την αρχή μιας δεκάχρονης περιόδου (1910-20) προόδου και συγκρότησης της Ελλάδας ως σύγχρονου κράτους. Ταυτίζεται με την άνοδο των μεσαίων αστικών στρωμάτων, τα οποία, ενισχυμένα από τις οικονομικές εξελίξεις των τελευταίων ετών του 19ου αιώνα, διεκδικούν έναντι της παλιάς, πολιτικής, αστικής ολιγαρχίας την πολιτική τους εκπροσώπηση και τη δημιουργία των θεσμικών εκείνων προϋποθέσεων που θα διευκόλυναν την οικονομική τους δραστηριότητα.
Τους επόμενους μήνες, ως το τέλος του 1909, δεν επιδίωξε να παραβιάσει τη συνταγματική τάξη, ασκούσε μόνο πιέσεις στην κυβέρνηση και στα κόμματα να προβούν σε μεταρρυθμίσεις. Τελικά, αναγνωρίζοντας αδυναμία, επέλεξε το γνωστό στην Ελλάδα κρητικό πολιτικό, τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ως το κατάλληλο πρόσωπο να του εμπιστευτεί το ρόλο του πολιτικού του συμβούλου. Η επιλογή του Βενιζέλου υπαγορευόταν από την εξαιρετική φήμη του για τη δράση του στην Κρήτη όλα αυτά τα χρόνια του αυτόνομου καθεστώτος του νησιού, την αίγλη που είχε αποκτήσει από τη δυναμική αντίθεσή του με τον πρίγκηπα Γεώργιο και το γεγονός ότι αποτελούσε ένα εντελώς νέο πρόσωπο, "αμόλυντο" από κάθε εμπλοκή με τις ελληνικές πολιτικές φατρίες.
Tο Κίνημα στο Γουδί θεωρήθηκε αντίδραση του στρατού ως αυτόνομου πολιτικού παράγοντα -πράγμα όχι παράδοξο για τις κοινωνικές δομές της Ελλάδας της εποχής- σε μια "ανάξια" ηγεσία με αίτημα να αντικατασταθεί από μια "αξιότερη", χωρίς όμως στόχους θεσμικών ανατροπών.
Μετά τον ταπεινωτικό πόλεμο του 1897 η χώρα είχε μπει στη δίνη μιας περιπέτειας που δύσκολα, όπως έδειχναν τα πράγματα, θα έβγαινε αλώβητη. Και πολύ περισσότερο ήταν απίθανο τα επόμενα χρόνια να ανακτήσει την εθνική της αξιοπρέπεια. Τη λύση μερικά χρόνια αργότερα κλήθηκε να δώσει ένας ανερχόμενος αστέρας της πολιτικής ζωής, ο κρητικός Ελευθέριος Βενιζέλος. Ήταν 23 Δεκεμβρίου του 1909-μετά το κίνημα στο Γουδί- όταν ο «Στρατιωτικός Σύνδεσμος» κάλεσε τον Βενιζέλο να αναλάβει πολιτικός του σύμβουλος.
Η πρόταση να προσκληθεί ο Βενιζέλος στην Αθήνα έγινε από τον αξιωματικό Παμίκο Ζυμβρακάκη όταν ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος που είχε προχωρήσει στο Κίνημα στο Γουδί αναζητούσε την πολιτική εκείνη λύση που δε θα ήταν από τον παλιό και φθαρμένο πολιτικό κόσμο. Η πρόταση έγινε δεκτή και υλοποιήθηκε δύο μέρες πριν τα Χριστούγεννα. Ο Βενιζέλος όπως δήλωσε τότε δεν μπορούσε να αρνηθεί αυτό το κάλεσμα και πήρε το πλοίο για να φτάσει στην Αθήνα στις 29 Δεκεμβρίου 1909. Από τότε μια καινούργια εποχή ξημέρωσε για την Ελλάδα.
Τα πράγματα ήταν πολύ άσχημα ως τότε. Το κλίμα της ηττοπάθειας και της άσχημης διάθεσης των Ελλήνων μετά τη νίκη των Τούρκων το 1897 έγιναν ακόμη χειρότερα μετά και από την επιβολή της Επιτροπής του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου, η οποία θα επιστατούσε στην καταβολή της πολεμικής αποζημίωσης στην Τουρκία, καθώς και στη διευθέτηση του συνολικού δημόσιου χρέους, αποτέλεσμα της πτώχευσης της χώρας το 1893.
Η χώρα πορεύτηκε ως το 1909 χωρίς να συμβαίνουν σπουδαία πράγματα. Η εσωστρέφεια και ο πεσιμισμός χαρακτήριζαν την πολιτική και κοινωνική ζωή. Στην εξουσία εναλλάσσονταν δύο κόμματα: το τρικουπικό με αρχηγό το Γεώργιο Θεοτόκη και το δηλιγιαννικό με αρχηγό τον ίδιο το Θεόδωρο Δηλιγιάννη και, μετά τη δολοφονία του το 1905, τους διαδόχους του, Δημήτριο Ράλλη και Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, ηγέτες δύο διαφορετικών κομμάτων, καταγόμενων όμως από το δηλιγιαννικό κόμμα. Τίποτα το αξιοσημείωτο δεν έγινε όλα αυτά τα χρόνια εκτός από τις κάποιες ανορθωτικές, κυρίως στον οικονομικό τομέα, προσπάθειες των κυβερνήσεων Θεοτόκη. Η χώρα βρισκόταν σε πλήρη ανυποληψία. Και η αυξανόμενη οικονομική κρίση και η δυσπραγία κοινωνικών ομάδων, η συνεχής αποκάλυψη των αδυναμιών του παλιού πολιτικού κατεστημένου προκαλούν εντεινόμενη δυσαρέσκεια και δημιουργούν συνθήκες για την ανάπτυξη αντίδρασης.
ΤΟ ΚΥΡΟΣ
Ένα χρόνο πριν το κίνημα στο Γουδί , το 1908 η αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης στη διακήρυξη εκ μέρους των Κρητών της Ένωσης με την Ελλάδα , δηλαδή η αποδοχή της διατήρησης της Κρήτης υπό την τουρκική επικυριαρχία, προτάσσοντας την πάση θυσία αποφυγή ελληνοτουρκικού πολέμου και υπακούοντας στην επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων, έπληξε για άλλη μια φορά το κύρος του βασιλιά και του περιβάλλοντός του, ως προς την ικανότητά τους στη διαχείριση των εθνικών θεμάτων.
Στο χώρο των Ελλήνων αξιωματικών κυριαρχούσε αίσθημα ταπείνωσης και μειονεξίας, καταγόμενο από την ήττα του '97 και διαιωνιζόμενο από την "άψογον", όπως ειρωνικά ονομάστηκε, στάση της Ελλάδας στις σχέσεις με την Τουρκία, ειδικά με αφορμή την διακήρυξη της Ένωσης της Κρήτης. Ταυτόχρονα, καθολική είναι η δυσαρέσκεια απέναντι στον πολιτικό κόσμο, υπεύθυνο για την ανεπάρκεια του εξοπλισμού του στρατού, την εν γένει κακή κατάστασή του. Το κλίμα αναστάτωσης συμπλήρωναν τα παράπονα για ευνοιοκρατία αλλά και κάποιες γερμανικής εμπνεύσεως ρυθμίσεις που παρακώλυαν τις προαγωγές και απειλούσαν με στασιμότητα τη σταδιοδρομία πολλών αξιωματικών, φαινόμενα συνδεμένα και τα δύο με τον πρίγκηπα Κωνσταντίνο, τον επικεφαλής του στρατεύματος.
Εξάλλου, η οικονομική κρίση το 1908, αποτέλεσμα της αδυναμίας διάθεσης των γεωργικών προϊόντων στο εξωτερικό και της διεθνούς ύφεσης που μείωσε τα εμβάσματα Ελλήνων από την Αίγυπτο και την Αμερική, έπληξε και τα εισοδήματα των στρατιωτικών, οι οποίοι, όπως και άλλες επαγγελματικοκοινωνικές ομάδες, στηρίζονταν εκτός του μισθού τους σε οικογενειακούς, αγροτικούς κυρίως, πόρους.
Στο κλίμα αναβρασμού που υπήρξε στις ένοπλες δυνάμεις έπαιξε ρόλο κι ένα ακόμη γεγονός. Ήταν έντονη η επίδραση που είχε στους Έλληνες αξιωματικούς η κίνηση των Νεοτούρκων, της "Ένωσης και Προόδου", η οποία ενέτεινε το υπάρχον αίσθημα μειονεξίας, αντιπαραθέτοντας στην αναγεννητική προσπάθεια των Τούρκων το τέλμα της Ελλάδας. Έτσι, αρκετοί κατώτεροι κυρίως αξιωματικοί ίδρυσαν μια μυστική εταιρεία, η οποία άρχισε να αριθμεί όλο και περισσότερα μέλη, το Στρατιωτικό Σύνδεσμο, που τέθηκε τελικά υπό την ηγεσία του συνταγματάρχη Νικόλαου Ζορμπά.
ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ
Το κίνημα ή "προνουντσιαμέντο", όπως ονομάστηκε, στο Γουδί εκδηλώθηκε στις 15 Αυγούστου 1909. Με αρχικές επιδιώξεις σχετικές με επαγγελματικά τους ζητήματα, την αναδιοργάνωση του στρατού και τη βελτίωση της πολεμικής ετοιμότητας της χώρας γενικότερα, οι στρατιωτικοί πρόβαλαν εντέλει ευρύτερους μεταρρυθμιστικούς στόχους που αφορούσαν τη ριζική εξυγίανση του κρατικού μηχανισμού. Η κυβέρνηση Δημήτριου Ράλλη, αποτυγχάνοντας να διαχειριστεί την κατάσταση, παραιτήθηκε και ο βασιλιάς έδωσε εντολή σχηματισμού νέας κυβέρνησης στον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, ο οποίος δέχτηκε να εφαρμόσει πολλά από τα αιτήματα του Συνδέσμου. Οι στρατιωτικοί έλεγχαν στην ουσία και το Κοινοβούλιο και την εκτελεστική εξουσία. Η όλη ενέργεια των στρατιωτικών βρήκε θερμή λαϊκή ανταπόκριση, που εκδηλώθηκε δυναμικά με ένα μαζικό συλλαλητήριο στην Αθήνα στο τέλος του Σεπτέμβρη.
Η επόμενη περίοδος, ως το τέλος του 1909, πέρασε μέσα σε κλίμα αβεβαιότητας και συγκρούσεων. Παρά την καταρχήν επιτυχία των στρατιωτικών και την προώθηση αρκετών από τα μεταρρυθμιστικά τους αιτήματα με ψήφιση ανάλογων νόμων η μεταρρύθμιση αντιμετώπιζε την αντίδραση του παλαιού πολιτικού κόσμου. Εξάλλου, ο Σύνδεσμος δε διακρινόταν από σαφή πολιτικό και ιδεολογικό χαρακτήρα, η παρέμβασή του είχε περισσότερο να κάνει με την εκδήλωση μιας δυσαρέσκειας απέναντι στα παλιά κόμματα και στα ανάκτορα. Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος δε διέθετε κάποιο σαφές πολιτικό πρόγραμμα· περισσότερο αποτελούσε την έκφραση μιας αντίδρασης απέναντι στην παλιά πολιτική τάξη και τα ανάκτορα.
Η κατάσταση ήταν μάλλον αδιέξοδη και ο Σύνδεσμος προσανατολιζόταν σε αναζήτηση πολιτικού συμβούλου, τον οποίο αναγνώρισε στο πρόσωπο του Κρητικού πολιτικού, του Ελευθέριου Βενιζέλου.
Οι λόγοι που έκαναν το Στρατιωτικό Σύνδεσμο να στραφεί στο Βενιζέλο ήταν:
-Ο Βενιζέλος είχε εκφράσει στην πράξη τη διττή προσήλωση στην εθνική ιδέα και στους δημοκρατικούς θεσμούς, αλλά και είχε αποβεί ο δυναμικός φορέας αντιλήψεων και μεθόδων που έβρισκαν ευνοϊκή ανταπόκριση στο χώρο των επαναστατών.
- Η δημιουργία κράτους συγχρόνου, ικανού να αντιμετωπίσει τις εντεινόμενες διεθνείς πιέσεις και να συμβάλλει στη βελτίωση των όρων της κοινωνικής ζωής, είχε αποτελέσει την ενιαία συνισταμένη, τόσο των προγραμματικών αρχών του Βενιζέλου όσο και των διακηρύξεων του Συνδέσμου.
- Η προσφυγή του Βενιζέλου το 1905 στο επαναστατικό κίνημα του Θερίσου, δείχνει ότι και αυτός αρνούνταν τη νομιμότητα εφόσον διακυβεύονταν εθνικά συμφέροντα.
- Ο Βενιζέλος μετά τον τερματισμό του κινήματος του Θερίσου είχε αναχθεί σε ενεργό παράγοντα της εθνικής ζωής.
Υπήρξε και πρόταση συνεργασίας του Συνδέσμου με το Βενιζέλο. Ο ίδιος όμως ο Βενιζέλος δεν την αποδέχτηκε και αρνήθηκε να αναλάβει την πρωθυπουργία, υποστηρίζοντας ότι η παρουσία του στην Κρήτη είναι απαραίτητη και ότι θεωρούσε ότι ήταν ασύμφορο για τη χώρα και γι' αυτόν να αναλάβει τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή την κυβέρνηση, γιατί ήταν «ξένος» και θα είχε αντιδράσεις από μέρους των κομμάτων και από το βασιλιά, καθώς υπήρχε η ιδέα ότι ήταν αντιδυναστικός. Δέχτηκε όμως να αναλάβει το ρόλο του μεσολαβητή. Ο ίδιος δήλωσε ότι "Ο λαός της Ελλάδας οφείλει να εμμένει εν τη ιδέα της ανορθώσεως και να παράσχει πάσαν την ηθικήν και υλικήν συνδρομήν του, όπως αχθή εις πέρας το έργον της επαναστάσεως, από την καλήν έκβαση του οποίου εξαρτάται όχι μόνον η ένωσις της Κρήτης αλλά και η ύπαρξης του ελληνισμού ως έθνους και ως κράτους".
Μεταξύ των ενδεικνυόμενων μέτρων που υπέδειξε για την αναβάθμιση της χώρας και τα οποία υιοθέτησε ο βασιλιάς Γεώργιος ήταν η προκήρυξη εκλογών για σύγκληση Αναθεωρητικής Βουλής, η αντικατάσταση της κυβέρνησης από το Στέφανο Δραγούμη και η διάλυση του Στρατιωτικού Συνδέσμου. Τον Ιανουάριο του 1910 ο Βενιζέλος επέστρεφε στην Κρήτη, αφού είχε θέσει τα θεμέλια τόσο για την έξοδο της χώρας από την πολιτική ανωμαλία, όσο και την προσωπική καθιέρωσή του ως ηγέτη. Το Μάρτη συγκαλέστηκε η Αναθεωρητική Βουλή. Η κυβέρνηση Δραγούμη ανταποκρίθηκε θετικά στις απαιτήσεις της διττής αποστολής της, τη διασφάλιση της αναθεωρητικής διαδικασίας και την ολοκλήρωση του νομοθετικού έργου της μεταβατικής επαναστατικής περιόδου. Ο Βενιζέλος ορκίστηκε πρωθυπουργός της Κρητικής Πολιτείας. Η διεξαγωγή των εκλογών όμως στις 8 Αυγούστου επέτρεψε την αλλαγή. Πολλοί αναζήτησαν στο πρόσωπο του Βενιζέλου τον αντιπροσωπευτικό φορέα του αιτήματος της πολιτικής αλλαγής. Παρόλο που απουσίαζε στο εξωτερικό, ο δικηγορικός σύλλογος της Αττικοβοιωτίας τον πρότεινε και στη συνέχεια τον εξέλεξε βουλευτή.
Ο Βενιζέλος μετά την εκλογική ετυμηγορία της 8ης Αυγούστου 1910, δεν είχε επανέλθει στην Αθήνα. Στη Λουκέρνη, όπου βρίσκονταν, πληροφορήθηκε την εκλογή του και ύστερα από σύντομη παραμονή στη Ρώμη επέστρεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Κρήτη, όπου και παραιτήθηκε από την ηγεσία του εκεί κόμματός του. Στις 5 Σεπτεμβρίου αποβιβάστηκε στον Πειραιά όπου τον υποδέχτηκαν θερμά οπαδοί και φίλοι. Στην πλατεία Συντάγματος προανήγγειλε την ίδρυση ενός κόμματος αρχών που θα ήταν φορέας μεταρρυθμίσεων. Από εκεί αντέταξε και την ακλόνητη εμμονή του στην Αρχή της Αναθεωρητικής και Διπλής Αναθεωρητικής Βουλής, ενώ στην έκκληση του πλήθους για Συντακτική Βουλή, εκείνος για τρίτη φορά αντέτεινε: "Αναθεωρητική" .
Η συγκέντρωση της 5ης Σεπτεμβρίου υπογράμμιζε την ηγετική επιβολή του Βενιζέλου στο χώρο της ελληνικής πολιτικής ζωής και επιβεβαίωνε την αναγωγή του σε ουσιαστικό ρυθμιστή της κατάστασης. Όταν στις 12 Σεπτεμβρίου η κυβέρνηση Δραγούμη παραιτήθηκε, η υποψηφιότητα του Βενιζέλου για την πρωθυπουργία ήταν ακαταμάχητη. Ο βασιλιάς Γεώργιος Α? ανέθεσε σχηματισμό κυβέρνησης στο Βενιζέλο, διότι. "εκπροσωπεί σήμερον την ιδέαν της ανορθώσεως των πολιτικών μας ηθών, την ιδέαν της αναγεννήσεως και επ' αυτού στηρίζει όλος ο κόσμος τας ελπίδας της σωτηρίας του τόπου από την αναρχίαν και την κακοδαιμονίαν εις την οποίαν περιήλθαμεν"
ΤΟΜΗ
Το 1909, έτος της εκδήλωσης του Κινήματος στο Γουδί, είναι έτσι κι αλλιώς μια τομή στην ελληνική Ιστορία σηματοδοτώντας την αρχή μιας δεκάχρονης περιόδου (1910-20) προόδου και συγκρότησης της Ελλάδας ως σύγχρονου κράτους. Ταυτίζεται με την άνοδο των μεσαίων αστικών στρωμάτων, τα οποία, ενισχυμένα από τις οικονομικές εξελίξεις των τελευταίων ετών του 19ου αιώνα, διεκδικούν έναντι της παλιάς, πολιτικής, αστικής ολιγαρχίας την πολιτική τους εκπροσώπηση και τη δημιουργία των θεσμικών εκείνων προϋποθέσεων που θα διευκόλυναν την οικονομική τους δραστηριότητα.
Τους επόμενους μήνες, ως το τέλος του 1909, δεν επιδίωξε να παραβιάσει τη συνταγματική τάξη, ασκούσε μόνο πιέσεις στην κυβέρνηση και στα κόμματα να προβούν σε μεταρρυθμίσεις. Τελικά, αναγνωρίζοντας αδυναμία, επέλεξε το γνωστό στην Ελλάδα κρητικό πολιτικό, τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ως το κατάλληλο πρόσωπο να του εμπιστευτεί το ρόλο του πολιτικού του συμβούλου. Η επιλογή του Βενιζέλου υπαγορευόταν από την εξαιρετική φήμη του για τη δράση του στην Κρήτη όλα αυτά τα χρόνια του αυτόνομου καθεστώτος του νησιού, την αίγλη που είχε αποκτήσει από τη δυναμική αντίθεσή του με τον πρίγκηπα Γεώργιο και το γεγονός ότι αποτελούσε ένα εντελώς νέο πρόσωπο, "αμόλυντο" από κάθε εμπλοκή με τις ελληνικές πολιτικές φατρίες.
Tο Κίνημα στο Γουδί θεωρήθηκε αντίδραση του στρατού ως αυτόνομου πολιτικού παράγοντα -πράγμα όχι παράδοξο για τις κοινωνικές δομές της Ελλάδας της εποχής- σε μια "ανάξια" ηγεσία με αίτημα να αντικατασταθεί από μια "αξιότερη", χωρίς όμως στόχους θεσμικών ανατροπών.
Σε κάθε περίπτωση, η Επανάσταση στο Γουδί άνοιξε το δρόμο για τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας και την εδραίωση του αστικού καθεστώτος. Πράγματι, η επανάσταση στο Γουδί σφραγίζει μια εποχή και εγκαινιάζει μια νέα για την Ελλάδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου