Νεοελληνική Λογοτεχνία Θεωρητικής Κατεύθυνσης της Γ΄ τάξης Ενιαίου Λυκείου
Α. Κείμενο: Μανόλης Αναγνωστάκης, «Στον Νίκο Ε… 1949»
Φίλοι
Πού φεύγουν
Πού χάνονται μια μέρα
Φωνές
Τη νύχτα
Μακρινές φωνές
Μάνας τρελής στους έρημους δρόμους
Κλάμα παιδιού χωρίς απάντηση
Ερείπια
Σαν τρυπημένες σάπιες σημαίες
Εφιάλτες,
Στα σιδερένια κρεβάτια
«Όταν το φως λιγοστεύει
Τα ξημερώματα.
(Μα ποιος με πόνο θα μιλήσει για όλα αυτά;)
(Παρενθέσεις, 1949)
1. Να σχολιάσετε τη μορφή του ποιήματος: Στιχουργική, στίξη, διάκενα κ.λ.π. Τι επιδιώκει ο ποιητής με τις συγκεκριμένες επιλογές του;
2. Σε ποια σημεία του ποιήματος προβάλλεται το κλίμα θανάτου; Να τα σχολιάσετε.
3. α) «Όταν το φως λιγοστεύει / Τα ξημερώματα» : Ποια νοηματική αντίθεση υπάρχει στους στίχους και πώς την ερμηνεύετε; β) Σε ποιον απευθύνει, κατά τη γνώμη σας, ο ποιητής την ερώτηση του τελευταίου στίχου; Γιατί την τοποθετεί μέσα σε παρένθεση;
Β. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΑΔΙΔΑΚΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Τ. Πατρίκιος: Οι φίλοι
Δεν είναι η θύμηση των σκοτωμένων φίλων
που μου σκίζει τώρα τα σωθικά.
Είναι ο θρήνος για τους χιλιάδες αγνώστους
που αφήσανε στα ράμφη των πουλιών
τα σβησμένα μάτια τους
που σφίγγουνε στα παγωμένα χέρια τους
μια φούχτα κάλυκες κι αγκάθια.
Τους άγνωστους περαστικούς διαβάτες
που ποτέ δεν μιλήσαμε
που μόνο κάποτε για λίγο κοιταχτήκαμε
όταν μας έδωσαν τη φωτιά του τσιγάρου τους
στο βραδινό δρόμο.
Τους χιλιάδες άγνωστους φίλους
που έδωσαν τη ζωή τους
για μένα.
(19 Γενάρη 1949)
4. Ο Τ. Πατρίκιος βίωσε, όπως και ο Αναγνωστάκης, τη φρίκη του εμφυλίου. Ποιες εφιαλτικές μνήμες εμφανίζονται στα δύο ποιήματα;
α π α ν τ η σ ε ι σ
απαντηση στο 1ο ερωτημα
Οι στίχοι είναι μικροί, ανισοσύλλαβοι, ανομοιοκατάληκτοι.
- Η στίξη είναι σχεδόν απούσα.
- Χασμωδίες δεν υπάρχουν, ούτε διασκελισμοί.
- Ο λόγος είναι απλός, λιτός.
Ο ποιητής βγάζει το λόγο ασθμαίνοντας, βιάζεται να μιλήσει στο λίγο χρόνο που του απομένει στη φυλακή πριν την εκτέλεση του. Έτσι, ο ποιητικός λόγος δείχνει σοβαρός, μεστός, αληθινός, δύσκολα αρθρωμένος, σχεδόν τεμαχισμένος, εναρμονισμένος με την ψυχή του ποιητή.
απαντηση στο 2ο ερωτημα
Στην πρώτη κιόλας στροφική ενότητα προβάλλεται έντονα μάλιστα ο θάνατος. Οι στίχοι «φίλοι / που φεύγουν / που χάνονται μια μέρα» υποβάλλουν το κλίμα του θανάτου. Προφανώς ο ποιητής αναφέρεται στους φίλους συντρόφους του στη φυλακή που τους παίρνουν για εκτέλεση κάποια στιγμή. Με αυτή μάλιστα την αναφορά θα κλείσει το ποίημα ο Μ. Αναγνωστάκης.
Η ατμόσφαιρα του θανάτου θα γίνει πάλι αισθητή μέσα από την εικόνα της μάνας που τρέχει σαν τρελή στους δρόμους φωνάζοντας, ψάχνοντας ή θρηνώντας για το παιδί της, αλλά και των ερειπίων, που δηλώνουν εμμέσως πλην σαφώς - το θάνατο και την καταστροφή.
Πιο έντονα ακόμη μυρίζει ο θάνατος στην τελευταία στροφή, εκεί όπου ο ποιητής μιλά για τα ξημερώματα, την ώρα που το φως της ζωής λιγοστεύει για κάποιους φυλακισμένους, οι οποίοι οδηγούνται στα εκτελεστικά αποσπάσματα.
απαντηση στο 3 – Α ερωτημα
Η νοηματική αντίθεση
Η νοηματική αντίθεση είναι σαφής και ξεκάθαρη. Από τη μια, το φως λιγοστεύει και από την άλλη, αυτό γίνεται τα ξημερώματα. Τα ξημερώματα όμως ο ήλιος προβαίνει και το φως αυξάνεται όσο περνά η ώρα.
Η ερμηνεία
«Όταν το φως λιγοστεύει»: Ο Μ. Αναγνωστάκης δεν μιλά για το φυσικό φως, αλλά γι’ αυτό της ζωής. Η ζωή των φυλακισμένων αγωνιστών φτάνει στο τέλος της. Πότε; «Τα ξημερώματα». Τώρα ο λόγος του ποιητή είναι κυριολεκτικός: τα ξημερώματα είναι η ώρα που γίνονται οι εκτελέσεις. Να λοιπόν γιατί το φως λιγοστεύει τα ξημερώματα.
απαντηση στο 3 – Β ερωτημα
Απευθύνεται εκ πρώτης όψεως σε ένα πρόσωπο. Το πρόσωπο αυτό φαίνεται να είναι ο Ν. Εγγονόπουλος, στο ποίημα του οποίου (Ποίηση 1948) απαντά ο Μ. Αναγνωστάκης. Σ’ αυτό συνηγορούν αρκετά στοιχεία: Η χρονολογία που κυκλοφόρησε η συλλογή (1949), ο τίτλος (Στο Νίκο Ε...), η σκόπιμη μίμηση της ποιητικής γραφής του Εγγονόπουλου και βέβαια η θεματική σχέση.
Ωστόσο, σε προφορική δήλωση του ο Μ. Αναγνωστάκης ανέφερε ότι το ποίημα «Στο Νίκο Ε...» αφιερώνεται στο συναγωνιστή του Νίκο Ευστρατιάδη.
Όπως και να έχει, σχετικά με το συγκεκριμένο πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται ο ποιητής, αυτό που πρέπει να τονιστεί είναι ότι με το ποίημα ουσιαστικά μιλάει σε όλους τους ποιητές, τους οποίους καλεί να αναλάβουν το χρέος τους.
Τέλος, θα μπορούσαμε να πούμε ότι απευθύνεται και στον εαυτό του ο Μ. Αναγνωστάκης, τονίζοντας μέσα του το χρέος σε μια δύσκολη, ανυπέρβλητη για τον ίδιο στιγμή, για να μη λιποψυχήσει.
απαντηση στο 4ο ερωτημα
Η φρίκη του εμφυλίου πολέμου σημάδεψε τους δύο ποιητές και εισχώρησε - έως και προσδιόρισε - στην ποίηση τους. Και στα δύο ποιήματα λοιπόν, η φρίκη αυτή απεικονίζεται μέσα από τους νεκρούς φίλους, από τα αγαπημένα πρόσωπα των ποιητών, που έπεσαν θύματα αυτού του σπαραγμού. Επεκτείνεται όμως, κυρίως στις αμέτρητες ζωές ανώνυμων που χάθηκαν. Μνήμες νεκρών στους δρόμους γυρίζουν στον Πατρίκιο, μνήμες μανάδων και εγκαταλελειμμένων παιδιών στον Αναγνωστάκη.
Νύχτες βαριές, δύσκολες, που μυρίζουν θάνατο επιστρέφουν στους ποιητές. Ο Αναγνωστάκης αντλεί το μνημονικό υλικό του και από τις φυλακές, όπου έμεινε έγκλειστος 3 χρόνια. Εικόνες από τα κελιά, τα σιδερένια κρεβάτια, μνήμες αγωνίας λίγο πριν το εκτελεστικό απόσπασμα. Ο Τ. Πατρίκιος αναφέρεται περισσότερο σε εικόνες χιλιάδων αγνώστων συμπατριωτών που κείτονταν νεκροί στο δρόμο, βορά των αρπαχτικών πουλιών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου