ΚΕΙΜΕΝΟ:
τούτη εποχήτου εμφυλίου σπαραγμούδεν είναι εποχήγια ποίησηκι άλλα παρόμοιασαν πάει κάτινα γραφείείναιως αννα γράφονταναπό την άλλη μεριάαγγελτηρίων θανάτουγι αυτό και
τα ποιήματά μου
είν' τόσο πικραμένακαι πότε -άλλωστε- δεν ήσαν;)κι είναι-προ πάντων-καιτόσολίγα
Ν. Εγγονόπουλος «ΕΛΕΥΣΙΣ»,1948
1. Ποια στοιχεία υπερρεαλισμού συναντούμε στο ποίημα;
2. «Είναι ως αν να γράφονταν από την άλλη μεριά αγγελτηρίων θανάτου»: να αναλύσετε το ρόλο της παρομοίωσης στη δομή του κειμένου.
3. Ο Τίτος Πατρίκιος βίωσε, όπως και ο Εγγονόπουλος, τη φρίκη του εμφυλίου. Πώς παρουσιάζεται η εμφύλια διαμάχη από τους δύο ποιητές και πώς αντιλαμβάνονται το χρέος τους απέναντι σ' αυτήν την ιστορική πραγματικότητα;
Τίτος Πατρίκιος
Οφειλή
Μέσα από τόσο θάνατο που έπεσε και πέφτει,πολέμους, εκτελέσεις, δίκες, θάνατο κι άλλο θάνατοαρρώστια, πείνα, τυχαία δυστυχήματα,δολοφονίες από πληρωμένους εχθρών και φίλων,συστηματική υπόσκαψη κι έτοιμες νεκρολογίεςείναι σα να μου χαρίστηκε η ζωή που ζω.Δώρο της τύχης, αν όχι κλοπή απ’ τη ζωή των άλλων,γιατί η σφαίρα που της γλίτωσα δε χάθηκεμα χτύπησε το άλλο κορμί που βρέθηκε στη θέση μου.Έτσι σα δώρο που δεν άξιζα μου δόθηκε η ζωήκι όσος καιρός μου μένεισαν οι νεκροί να μου τον χάρισανγια να τους ιστορήσω.
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
1. Ο Εγγονόπουλος ανήκει στους θεμελιωτές του υπερρεαλισμού ως λογοτεχνικού ρεύματος. Έτσι και στο ποίημα μπορούμε να διακρίνουμε αρκετά στοιχεία υπερρεαλισμού όπως:
· Ελλειπτική διατύπωση, αφαιρετικός λόγος και πύκνωση νοημάτων
· Συνειρμική γραφή, αυτόματη γραφή
· Απουσία μέτρου, ομοιοκαταληξίας, στίξης και γενικά η ελευθερία στίχου
· Συνυποδηλωτική λειτουργία του λόγου
· Θρυμματισμός του στίχου που εξυπηρετεί την αναλογία ατμόσφαιρας ποιήματος και εποχής αλλά και ποιήματος - ψυχισμού του ποιητή
· Έντονες εικόνες που δημιουργούνται με την παρομοίωση στους στίχους 9-13
Γενικά ο υπερρεαλισμός βοηθάει στην απόδοση με λιτότητα και χωρίς μελοδραματισμό της εποχής στην οποία αναφέρεται το ποίημα. Αυτός ο τεμαχισμένος λόγος μοιάζει σα να σπαράχτηκε από μακελειό και αντιστοιχεί με τις σκηνές του εμφυλίου πολέμου. Αποτελεί την μορφική απόδοση της φρίκης και της σύγχυσης που επικρατεί σε κάθε πόλεμο. Παράλληλα, το χαμηλόφωνο ύφος και ο εξομολογητικός τόνος, διευκολύνει τον ποιητή να κάνει φανερό το στόχο γραφής του ποιήματος. Ο Εγγονόπουλος με το ποίημα αυτό εξομολογείται τα συναισθήματά του σε σχέση με την εποχή και δικαιολογεί την φτωχή ποιητική του δημιουργία
2. Η παρομοίωση εξυπηρετεί τη δομή του ποιήματος, αφού αποτελεί συνδετικό κρίκο, νοηματικό και δομικό, ανάμεσα σε δύο ενότητες του ποιήματος. Έχει προηγηθεί η θέση του ποιητή (στίχοι 1 - 5) και ακολουθεί η αιτιολόγησή της μέσω της παρομοίωσης. Συγκεκριμένα, η ποίηση παρομοιάζεται με την πίσω πλευρά των νεκρώσιμων αγγελτηρίων. Μ' αυτόν τον τρόπο δηλώνεται η έντονη παρουσία του θανάτου, αποτέλεσμα του Εμφυλίου, με τρόπο που δεν αφήνει περιθώρια για Τέχνη. Ο ποιητής διατυπώνει μια προσωπική του άποψη. Υποστηρίζει την ακαταλληλότητα της εποχής του «εμφυλίου σπαραγμού» για την ποιητική αλλά και κάθε άλλη καλλιτεχνική έκφραση Η οδύνη είναι παρούσα, ακόμα και στον ίδιο τον ποιητή, στερώντας του κάθε διάθεση για ποιητική έκφραση. Δεν μπορεί και δεν πρέπει να ασχολείται ο δημιουργός με «ποίηση και άλλα παρόμοια» σε μια τόσο αντιποιητική εποχή.
3. Μπορούμε να συναντήσουμε πολλές ομοιότητες περιεχομένου μεταξύ των δύο ποιημάτων. Αφορμή ποιητικής συγγραφής είναι και για τους δύο ποιητές η ιστορική περίοδος των εμφυλιακών και μετεμφυλιακών χρόνων. Στα ποιήματά τους είναι κυρίαρχες οι εικόνες του θανάτου, της φρίκης, του διχασμού, του φόβου και της οδύνης που συνθέτουν την πραγματικότητα της ελληνικής κοινωνίας τότε. Παρά το διαφορετικό τους ύφος, οι ποιητές συμφωνούν στην τραγικότητα της εποχής. Κοινό σημείο των ποιημάτων είναι επίσης και το ότι αποτελούν ποιήματα για την ποίηση, έχουν αυτοαναφορικότητα, αναφέρονται δηλαδή στην ευθύνη της ποιητικής πράξης αλλά και του δημιουργού. Δεν αρκούνται δηλαδή στο να καταγράψουν ή να σχολιάσουν την ιστορική πραγματικότητα, αλλά δηλώνουν και την άποψή τους για το ρόλο της ποίησης και το χρέος του ποιητή μέσα σ' αυτήν την εποχή καθώς και για την επίδραση της εποχής στην ποιητική τους δημιουργία.
Έτσι ο Εγγονόπουλος πιστεύει ότι δεν ταιριάζει στην ποίηση να καταγράφει και να σχολιάζει την ιστορική πραγματικότητα, ειδικά σε τέτοιες τραγικές εποχές. Δε θεωρεί χρέος του ποιητή να σχολιάζει την πραγματικότητα και να εκφράσει τις απόψεις του, θεωρώντας ότι μια τέτοια ενέργεια κάνει την ποίηση να μοιάζει ιερόσυλη. Μάλιστα, δηλώνει ότι η εποχή συνθλίβει την έμπνευσή του και παράλληλα φορτίζει αρνητικά την ατμόσφαιρα του έργου του.
Ο Πατρίκιος από την άλλη ακολουθεί έναν δρόμο πιο μαχητικό. Αισθάνεται χρέος προς την κοινωνία και τους ανθρώπους που έδωσαν τα πάντα στον υπέρ των ιδεών τους αγώνα. Θεωρεί ότι ο ποιητής και η ποίηση οφείλουν, σε τέτοιες εποχές, να μη σιωπούν ως ένδειξη πικρίας. Γι αυτό και δηλώνει ότι η έμπνευσή του ξεκινά από την αναλυτική καταγραφή της ιστορικής πραγματικότητας. Ταυτόχρονα θεωρεί χρέος του όχι μόνο ποιητικό αλλά και ηθικό ν' αφιερώσει την ποίησή του στους «νεκρούς φίλους». Είναι το ελάχιστο που μπορεί να κάνει για ν' ανταποδώσει το μεγάλο δώρο που του δόθηκε: τη ζωή, που αυτοί έχασαν.
Και οι δύο ποιητές γράφουν ποιήματα με σαφείς πολιτικές αναφορές. Ο Πατρίκιος είναι πιο μαχητικός, δίνει σαφή κοινωνικό χαρακτήρα στη ποίησή του. Ζητά από την ποίηση να ηγηθεί στους ιδεολογικούς και κοινωνικούς αγώνες, να προσφέρει στο λαό πολιτική συνείδηση. Αντίθετα ο Εγγονόπουλος, έχει πιο έντονα στοιχεία εσωτερικότητας και αρκείται στην προσωπική του αποδοκιμασία χωρίς να θέλει να δώσει στην ποίησή του ρόλο μανιφέστου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου