(…) Καθώς, απομακρύνεται ο έφηβος ψυχολογικά - συναισθηματικά από την ώριμη γενιά, που μέχρι τώρα τον κρατούσε από το χέρι, προσπαθεί να σταθεί μόνος του, ανεξάρτητος, χειραφετημένος, ελεύθερος λέω προσπαθεί, αλλά το νιώθει ότι δεν μπορεί, γιατί το καταλαβαίνει πως η χειραφέτηση χωρίς οικονομική ανεξαρτησία είναι ουτοπία, είναι κάτι αδύνατο.
(…) Οι έφηβοι νιώθουν τον κόσμο γύρω τους στενό και θέλουν να τον διευρύνουν, θεωρούν τους ώριμους γονείς τους «κοντόθωρους» και προσπαθούν να τους βάλουν γυαλιά να δουν πιο μακριά, νομίζουν πως η κοινωνία είναι μικρόψυχα οικοδομημένη κ' επιθυμούν να της δώσουν μεγαλοψυχία. Πιστεύουν ότι ο κόσμος πάλιωσε και χρειάζεται ανακαίνιση και νιώθουν χρέος δικό τους να βοηθήσουν στην κατεδάφιση και την ανοικοδόμηση. Ο συναισθηματισμός τους είναι πλούσιος και δε διστάζουν να δοθούν ολόψυχα για τη δημιουργία νέου κόσμου, όπου θα βασιλεύει η δικαιοσύνη, η ελευθερία, όπου δε θα υπάρχουν άλυτα προβλήματα, αδικία , φτώχεια, δυστυχία.