Διδαγμένο κείμενο
Αριστοτέλους Ἠθικὰ Νικομάχεια B1, 5-8
Mαρτυρεῖ δὲ καὶ τὸ γινόμενον ἐν ταῖς πόλεσιν· οἱ γὰρ νομοθέται τοὺς πολίτας ἐθίζοντες ποιοῦσιν ἀγαθούς, καὶ τὸ μὲν βούλημα παντὸς νομοθέτου τοῦτ’ ἐστίν, ὅσοι δὲ μὴ εὖ αὐτὸ ποιοῦσιν ἁμαρτάνουσιν, καὶ διαφέρει τούτῳ πολιτεία πολιτείας ἀγαθὴ φαύλης. Ἔτι ἐκ τῶν αὐτῶν καὶ διὰ τῶν αὐτῶν καὶ γίνεται πᾶσα ἀρετὴ καὶ φθείρεται, ὁμοίως δὲ καὶ τέχνη· ἐκ γὰρ τοῦ κιθαρίζειν καὶ οἱ ἀγαθοὶ καὶ κακοὶ γίνονται κιθαρισταί. Ἀνάλογον δὲ καὶ οἰκοδόμοι καὶ οἱ λοιποὶ πάντες· ἐκ μὲν γὰρ τοῦ εὖ οἰκοδομεῖν ἀγαθοὶ οἰκοδόμοι ἔσονται, ἐκ δὲ τοῦ κακῶς κακοί. Εἰ γὰρ μὴ οὕτως εἶχεν, οὐδὲν ἂν ἔδει τοῦ διδάξοντος, ἀλλὰ πάντες ἂν ἐγίνοντο ἀγαθοὶ ἢ κακοί.
Οὕτω δὴ καὶ ἐπὶ τῶν ἀρετῶν ἔχει· πράττοντες γὰρ τὰ ἐν τοῖς συναλλάγμασι τοῖς πρὸς τοὺς ἀνθρώπους γινόμεθα οἳ μὲν δίκαιοι οἳ δὲ ἄδικοι, πράττοντες δὲ τὰ ἐν τοῖς δεινοῖς καὶ ἐθιζόμενοι φοβεῖσθαι ἢ θαρρεῖν οἳ μὲν ἀνδρεῖοι οἳ δὲ δειλοί. Ὁμοίως δὲ καὶ τὰ περὶ τὰς ἐπιθυμίας ἔχει καὶ τὰ περὶ τὰς ὀργάς· οἳ μὲν γὰρ σώφρονες καὶ πρᾶοι γίνονται, οἳ δ’ ἀκόλαστοι καὶ ὀργίλοι, οἳ μὲν ἐκ τοῦ οὑτωσὶ ἐν αὐτοῖς ἀναστρέφεσθαι, οἳ δὲ ἐκ τοῦ οὑτωσί. Καὶ ἑνὶ δὴ λόγῳ ἐκ τῶν ὁμοίων ἐνεργειῶν αἱ ἕξεις γίνονται. Διὸ δεῖ τὰς ἐνεργείας ποιὰς ἀποδιδόναι· κατὰ γὰρ τὰς τούτων διαφορὰς ἀκολουθοῦσιν αἱ ἕξεις. Οὐ μικρὸν οὖν διαφέρει τὸ οὕτως ἢ οὕτως εὐθὺς ἐκ νέων ἐθίζεσθαι, ἀλλὰ πάμπολυ, μᾶλλον δὲ τὸ πᾶν.
Παρατηρήσεις
Α. Από το κείμενο που σας δίνεται να μεταφράσετε στο τετράδιό σας το απόσπασμα: «Ἀνάλογον δὲ … αἱ ἕξεις γίνονται».
Μονάδες 10
Β. Να γράψετε στο τετράδιό σας τις απαντήσεις των παρακάτω ερωτήσεων:
Β1. Με βάση τα δεδομένα του κειμένου: «Mαρτυρεῖ … ἀγαθοὶ ἢ κακοί», ποιος είναι ο
ρόλος του δασκάλου στην απόκτηση της ηθικής αρετής;
Μονάδες 15
Β2. Σύμφωνα με το απόσπασμα: «Οὕτω δὴ καὶ ἐπὶ τῶν ἀρετῶν ἔχει … μᾶλλον δὲ τὸ πᾶν», να εκθέσετε τη σχέση μεταξύ «ενεργειών» και «έξεων» στην κατάκτηση της ηθικής αρετής.
Μονάδες 15
Β3. Ποιες διδασκαλίες του Αριστοτέλη παρουσιάζονται στις διδαχθείσες ενότητες των
Πολιτικών;
Μονάδες 10
Β4. Να γράψετε δύο ομόρριζες λέξεις της αρχαίας ή της νέας ελληνικής γλώσσας, απλές ή σύνθετες, για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις του κειμένου: μαρτυρεῖ, ἁμαρτάνουσιν, φθείρεται, ἀναστρέφεσθαι, ἀποδιδόναι.
Μονάδες 10
Γ. Αδίδακτο κείμενο
Δημοσθένους Πρὸς Σπουδίαν 23-24
Ἀλλὰ μήν, ὦ ἄνδρες δικασταί, τοῦτό γε δεινὸν δήπου, εἰ πρὸς τὰ συγκεχωρημέν’ ὑπ’ αὐτῶν τούτων ἐξέσται νῦν ἀντιλέγειν, καὶ μηδὲν σημεῖον ὑμῖν ἔσται, διότι πάντες ἄνθρωποι πρὸς τὰ μήτ’ ἀληθῆ μήτε δίκαια τῶν ἐγκλημάτων οὐ κατασιωπᾶν, ἀλλὰ παραχρῆμ’ ἀμφισβητεῖν εἰώθαμεν, μὴ ποιήσαντες δὲ ταῦτα, ἂν ὕστερον ἀντιδικῶσιν, πονηροὶ καὶ συκοφάνται δοκοῦσιν εἶναι. ταῦτα μὲν τοίνυν Σπουδίας οὐδὲν ἧττον ἐμοῦ γιγνώσκων, ἀλλ’ οἶμαι μὲν καὶ ἀκριβέστερον, ὅσῳ καὶ πυκνότερον ἐνταυθοῖ παρέρχεται, πᾶσιν ἐναντία τοῖς πεπραγμένοις αὑτῷ λέγων οὐκ αἰσχύνεται. καίτοι πολλάκις ὑμεῖς ἓν μόνον σκευώρημα συνιδόντες, τούτῳ κατὰ τῶν ἄλλων τῶν ἐγκαλουμένων ἐχρήσασθε τεκμηρίῳ.
Παρατηρήσεις
Γ1. Να μεταφράσετε στο τετράδιό σας το κείμενο.
Μονάδες 20
Γ2.α. Να γράψετε τους ζητούμενους τύπους για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου:
ἐξέσται : το τρίτο ενικό πρόσωπο οριστικής παρατατικού.
κατασιωπᾶν : το τρίτο πληθυντ. πρόσ. υποτακτικής ενεστώτα της ίδιας φωνής.
ἀμφισβητεῖν : το δεύτερο πληθυντ. πρόσ. οριστικής αορίστου της ίδιας φωνής.
αἰσχύνεται : το πρώτο πληθυντικό πρόσωπο ευκτικής παθητικού αορίστου.
ἐχρήσασθε : το τρίτο ενικό πρόσωπο οριστικής ενεστώτα.
Μονάδες 5
Γ2.β. Να γράψετε τους ζητούμενους τύπους για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου:
ἄνδρες : την κλητική ενικού αριθμού.
μηδέν : τη δοτική πληθυντικού αριθμού, στο αρσενικό γένος.
τὰ ἀληθῆ : την αιτιατική ενικού αρσενικού γένους.
ἧττον : την ονομαστ. πληθυντ. αριθμ. του αρσεν. γένους στον ίδιο βαθμό.
ἐμοῦ : τη γενική πληθυντικού αριθμού του ιδίου προσώπου.
Μονάδες 5
Γ3.α. Να προσδιορίσετε τη συντακτική θέση των παρακάτω λέξεων: δικασταί, ἀντι-
λέγειν, σημεῖον, τοῖς πεπραγμένοις, αὑτῷ, τεκμηρίῳ.
Μονάδες 6
Γ3.β. ἐξέσται, ἀντιδικῶσιν: να γράψετε τις προτάσεις στις οποίες ανήκουν τα παρα-
πάνω ρήματα και να τις αναγνωρίσετε ως προς το είδος τους.
Μονάδες 4
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ:
Α.
Με ανάλογο τρόπο (γίνονται) και οι οικοδόμοι και όλοι οι υπόλοιποι· χτίζοντας με καλό τρόπο σπίτια θα γίνουν καλοί οικοδόμοι, όμως χτίζοντας με κακό τρόπο (θα γίνουν) κακοί. Γιατί, αν δεν είχαν έτσι τα πράγματα, καθόλου δε θα χρειαζόταν ο δάσκαλος, αλλά όλοι θα γίνονταν καλοί ή κακοί. Το ίδιο λοιπόν συμβαίνει και με τις αρετές.Δηλ. κάνοντας όσα συμβαίνουν στη συνδιαλλαγή μας με τους άλλους ανθρώπους γινόμαστε άλλοι δίκαιοι και άλλοι άδικοι· πράττοντας όμως όσα έχουν μέσα τους το στοιχείο του φόβου και συνηθίζοντας να φοβόμαστε ή να έχουμε θάρρος άλλοι (γινόμαστε) ανδρείοι και άλλοι δειλοί. Το ίδιο (συμβαίνει) και με τις επιθυμίες και με την οργή. Άλλοι, δηλ., γίνονται σώφρονες και πράοι, άλλοι ακόλαστοι και οξύθυμοι με το να συμπεριφέρονται σε αυτές τις περιστάσεις άλλοι με αυτόν το συγκεκριμένο τρόπο και άλλοι με τον άλλο τρόπο. Και με δυο λόγια, λοιπόν, διαμορφώνονται τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας με τις όμοιες ενέργειες.
Β1.
Ο Αριστοτέλης επισημαίνει ότι για την καλλιέργεια της ηθικής αρετής απαραίτητη κρίνεται η συμβολή του διδάσκοντος και της διδασκαλίας, της εκπαίδευσης γενικότερα. Ο δάσκαλος θα διδάξει τους κανόνες της αρετής, τους τρόπους εφαρμογής αυτών και θα εκπαιδεύσει στην ορθή άσκηση. Ο δάσκαλος είναι αυτός που θα παρακολουθεί και θα καθοδηγεί τους ανθρώπους στο σωστό εθισμό. Το ίδιο απαραίτητος είναι ο δάσκαλος και στις τέχνες, διότι αυτός θα διδάξει τον ασκούμενο σε μια τέχνη τους κανόνες της και το σωστό τρόπο εφαρμογής τους.
Αυτός ακριβώς είναι και ο ρόλος του νομοθέτη στην πόλη : αποτελεί το δάσκαλο των πολιτών, ο οποίος χρησιμοποιώντας τα σωστά μέσα, δηλαδή τους σωστούς νόμους, θα διδάξει τους πολίτες τι είναι δίκαιο και τι άδικο, θα ορίσει τους κανόνες της δίκαιης και ηθικής συμπεριφοράς μέσα στην πόλη και θα τους οδηγήσει στην κατάκτηση των ηθικών αρετών και, άρα, στην ευδαιμονία. Επομένως, καταλήγουμε και πάλι στο συμπέρασμα ότι οι ηθικές αρετές δεν είναι έμφυτες, αφού στην αντίθετη περίπτωση ο ρόλος του δασκάλου θα ήταν μάταιος. Αντίθετα, οι ηθικές αρετές κατακτώνται με τη σωστή άσκηση, με τη διαρκή επανάληψη ηθικών πράξεων.
Αυτός ακριβώς είναι και ο ρόλος του νομοθέτη στην πόλη : αποτελεί το δάσκαλο των πολιτών, ο οποίος χρησιμοποιώντας τα σωστά μέσα, δηλαδή τους σωστούς νόμους, θα διδάξει τους πολίτες τι είναι δίκαιο και τι άδικο, θα ορίσει τους κανόνες της δίκαιης και ηθικής συμπεριφοράς μέσα στην πόλη και θα τους οδηγήσει στην κατάκτηση των ηθικών αρετών και, άρα, στην ευδαιμονία. Επομένως, καταλήγουμε και πάλι στο συμπέρασμα ότι οι ηθικές αρετές δεν είναι έμφυτες, αφού στην αντίθετη περίπτωση ο ρόλος του δασκάλου θα ήταν μάταιος. Αντίθετα, οι ηθικές αρετές κατακτώνται με τη σωστή άσκηση, με τη διαρκή επανάληψη ηθικών πράξεων.
Β2.
Ο φιλόσοφος χρησιμοποιεί δηλαδή σ’ αυτή την ενότητα αναλογικό συλλογισμό: όπως για την εκμάθηση των τεχνών είναι απαραίτητος ο εθισμός σε κατάλληλες ενέργειες, έτσι και για την κατάκτηση των ηθικών αρετών έχει σημασία η επανάληψη ίδιων πράξεων («ὁμοίων ἐνεργειῶν»). Με τον συμπερασματικό σύνδεσμο «δὴ» ανακεφαλαιώνονται τα προηγούμενα, ενώ ο μεταβατικός σύνδεσμος «καὶ» εισάγει το νέο επιχείρημα.
Η αποδεικτέα θέση που παρουσιάζεται σ’ αυτή την ενότητα μετά την παράθεση κατά ζεύγη των αντίθετων φιλοσοφικών εννοιών, είναι ότι τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας (έξεις), είτε αυτά είναι καλά είτε κακά, διαμορφώνονται μέσα από την συστηματική επανάληψη ομοίων ενεργειών (ενέργειαι). Γι’ αυτό και πρέπει οι ενέργειές μας να έχουν συγκεκριμένη ποιότητα. Επομένως καταλαβαίνουμε ότι η στάση, η συμπεριφορά μας, οι πράξεις μας και γενικότερα οι επιλογές μας καθορίζουν το αν θα αποκτήσουμε ή όχι τις ηθικές αρετές. Σ’ αυτό το συμπέρασμα κατέληξε ο Αριστοτέλης με την αναλογική μέθοδο και με τη χρήση μιας σειράς παραδειγμάτων.
Ο Αριστοτέλης δηλαδή παραθέτει μια σειρά παραδειγμάτων από διάφορους τομείς συμπεριφοράς του ανθρώπου, τα οποία στηρίζουν τη θέση στην οποία θα καταλήξει, ότι οι ηθικές αρετές και γενικά τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας αποκτώνται από την επανάληψη όμοιων ενεργειών. Ειδικότερα παρατηρούμε ότι ο φιλόσοφος διακρίνει δύο αντίθετους τρόπους συμπεριφοράς: ο ένας οδηγεί στην κατάκτηση των ηθικών αρετών, ενώ ο άλλος όχι. Τα παραδείγματα αυτά έχουν ως εξής:
α) Στη συναναστροφή μας με τους άλλους ανθρώπους («τὰ ἐν τοῖς συναλλάγμασι τοῖς πρὸς τοὺς ἀνθρώπους»), αν ακολουθήσουμε τον ένα τρόπο συμπεριφοράς, γινόμαστε δίκαιοι, ενώ αν ακολουθήσουμε τον άλλον, γινόμαστε άδικοι («οἳ μὲν δίκαιοι οἳ δὲ ἄδικοι»),
β) Σε όσα προξενούν φόβο («τὰ ἐν τοῖς δεινοῖς»), άλλοι συνηθίζοντας να δείχνουν θάρρος γίνονται ανδρείοι, ενώ άλλοι συνηθίζοντας να φοβούνται γίνονται δειλοί («ἐθιζόμενοι φοβεῖσθαι ἢ θαρρεῖν οἳ μὲν ἀνδρεῖοι οἳ δὲ δειλοί»),
γ) Σχετικά με τις επιθυμίες («τὰ περὶ τὰς ἐπιθυμίας»), άλλοι ακολουθώντας τον έναν τρόπο συμπεριφοράς τις αντιμετωπίζουν με σύνεση και εγκράτεια, ενώ άλλοι ακολουθώντας τον άλλο τρόπο συμπεριφοράς ξεφεύγουν από τα όρια του μέτρου και γίνονται ακόλαστοι («οἳ μὲν γὰρ σώφρονες οἳ δὲ ἀκόλαστοι»),
δ) Σχετικά με όσα προξενούν οργή («τὰ περὶ τὰς ὀργάς»), άλλοι ακολουθώντας τον έναν τρόπο συμπεριφοράς τα αντιμετωπίζουν με πραότητα, ενώ άλλοι ακολουθώντας την αντίθετη συμπεριφορά γίνονται οργίλοι και ξεσπούν («(οἳ μὲν) πρᾶοι (οἳ δὲ) ὀργίλοι»).
Β3.
Οι διδασκαλίες του Αριστοτέλη που παρουσιάζονται στις στις διδαχθείσες ενότητες των Πολιτικών είναι: α) η γένεση της πόλης. Επειδή διαβάζοντας τις ενότητες αυτές θα συναντούμε συχνά τη λέξη πόλις, πρέπει να έχουμε από τώρα υπόψη μας ότι η αρχαία ελληνική αυτή λέξη δεν είχε τη σημασία που έχει η δική μας λέξη «πόλη».Η αρχαία ελληνική λέξη «πόλις» αντιστοιχεί μάλλον στη δική μας έννοια «κράτος». Αυτή η πόλη κράτος είναι στα Πολιτικά μια κοινότητα που την αποτελούν κυβερνώντες και κυβερνώμενοι, άρχοντες και αρχόμενοι. Είναι ένα όλον που το αποτελούν μέρη. Τα μέρη αυτά δεν χάνουν μέσα στον όλον τη δική τους φυσιογνωμία. Ως όλον λοιπόν η πόλις-κράτος αποτελείται από ανόμοια μεταξύ τους στοιχεία. Μερικά από αυτά ασκούν εξουσία, τα άλλα υπακούουν. Ως όλον η πόλις έχει για στόχο της την ευδαιμονία, κι αυτή πάλι είναι το αποτέλεσμα της αυτάρκειας, της απόλυτης μακάρι ανεξαρτησίας από ο,τιδήποτε βρίσκεται έξω από την πόλιν.β)το περιεχόμενο της έννοιας πολίτης γ) το περιεχόμενο της έννοιας «πολίτευμα» (πολιτεία) δ) τα είδη των πολιτευμάτων ε) θέματα σχετικά με τη διακυβέρνηση της πόλης στ) θέματα παιδείας και εκπαίδευσης. (σχολικό βιβλίο, σελ.178)
Β4.
μαρτυρία, καταμαρτυρώ,
αμαρτωλός, νημερτής,
φθαρτός, θυμοφθόρος,
στρόβιλος, στραβός,
δώρο, παραδίδω
Γ.Αδίδακτο κείμενο
1. Μετάφραση
Αλλά όμως, κύριοι δικαστές, αυτό βέβαια θα είναι φοβερό, αν θα επιτρέπεται τώρα (σε αυτούς) να υποστηρίζουν τα αντίθετα με αυτά που έχουν συμφωνηθεί από αυτούς τους ίδιους και σε εσάς να μην υπάρχει καμιά απόδειξη, διότι όλοι οι άνθρωποι συνηθίζουμε να μη σωπαίνουμε, αλλά αμέσως να αμφισβητούμε εκείνες τις κατηγορίες που δεν είναι ούτε αληθείς ούτε δίκαιες· αν όμως δεν κάνουν αυτά, αν μετά έρχονται στα δικαστήρια, θα φανούν ότι είναι φαύλοι και συκοφάντες. Αυτά, λοιπόν, ο Σπουδίας τα γνωρίζει καθόλου λιγότερο από εμένα, αλλά νομίζω και ακριβέστερα, όσο πιο συχνά έρχεται προς τα εδώ (στα δικαστήρια) δε ντρέπεται να λέει σε όλους (πράγματα) αντίθετα με όλα όσα έχουν γίνει από αυτόν. Και όμως πολλές φορές εσείς, αν διαπιστώσετε μία μόνο σκευωρία , αυτή χρησιμοποιείτε ως απόδειξη για τις άλλες κατηγορίες.
2 α.
ἐξῆν
κατασιωπῶσι(ν)
ἠμφεσβητήσατε και ἠμφισβητήσατε
αἰσχυνθείημεν και αἰσχυνθεῖμεν
χρῆται
β.
ἄνερ
μηδέσι
τόν ἀληθῆ
ἥττονες και ἥττους
ἡμῶν
3 α.
δικασταί: ονοματικός ομοιόπτωτος επιθετικός προσδιορισμός στο «ἄνδρες»
ἀντιλέγειν: τελικό απαρέμφ. ως υποκείμ. του απροσώπου ρήματος «ἐξέσται»
σημεῖον: υποκείμενο του ρήματος «ἔσται»
τοῖς πεπραγμένοις: επιθετική μετοχή ως δοτική αντικειμενική στα «ἐναντία »
αὑτῷ: δοτική προσωπική του ενεργούντος προσώπου ή του ποιητικού αιτίου στο
«πεπραγμένοις»
τεκμηρίῳ:κατηγορούμενο στο αντικείμενο του ρήματος «ἐχρήσασθε», «τούτῳ»
β.
«εἰ πρὸς τὰ συγκεχωρημέν’ ὑπ’ αὐτῶν τούτων ἐξέσται νῦν ἀντιλέγειν»:δευτερεύουσα αιτιολογική πρόταση, που εισάγεται με το το εἰ (υποθετική αιτιολογία), διότι στην κύρια πρόταση υπάρχει η έκφραση ψυχικού πάθους, «δεινόν ἔσται».Eκφέρεται με οριστική και δηλώνει το πραγματικό.
«ἂν ὕστερον ἀντιδικῶσιν»: δευτερεύουσα υποθετική πρόταση που εισάγεται με το ἂν και εκφέρεται με υποτακτική.
Υπόθεση: ἂν ἀντιδικῶσιν
Απόδοση: δοκοῦσιν εἶναι
Είδος:αόριστη επανάληψη στο παρόν-μέλλον
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου