ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ΄ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ
Αριστοτέλη, Πολιτικά: ενότητες 11, 15 και 16
11. Ἐπειδή πᾶσαν πόλιν ὁρῶμεν κοινωνίαν τινά οὖσαν καί πᾶσαν κοινωνίαν ἀγαθοῦ τινος συνεστηκυῖαν (τοῦ γάρ εἶναι δοκοῦντος ἀγαθοῦ χάριν πάντα πράττουσι πάντες), δῆλον ὡς πᾶσαι μέν ἀγαθοῦ τινος στοχάζονται, μάλιστα δέ καί τοῦ κυριωτάτου πάντων ἡ πασῶν κυριωτάτη καί πάσας περιέχουσα τάς ἄλλας. Αὕτη δ' ἐστίν ἡ καλουμένη πόλις και ἡ κοινωνία ἡ πολιτική.
15. Ἐπεί δ’ ἡ πόλις τῶν συγκειμένων, καθάπερ ἄλλο τι τῶν ὅλων μέν συνεστώτων δ’ ἐκ πολλῶν μορίων, δῆλον ὅτι πρότερον ὁ πολίτης ζητητέος· ἡ γάρ πόλις πολιτῶν τι πλῆθός ἐστιν. Ὥστε τίνα χρή καλεῖν πολίτην καί τίς ὁ πολίτης ἐστί σκεπτέον. Καί γάρ ὁ πολίτης ἀμφισβητεῖται πολλάκις· οὐ γάρ τόν αὐτόν ὁμολογοῦσι πάντες εἶναι πολίτην· ἔστι γάρ τις ὅς ἐν δημοκρατίᾳ πολίτης ὤν ἐν όλιγαρχίᾳ πολλάκις οὐκ ἔστι πολίτης.
16. Ὁ πολίτης οὐ τό οἰκεῖν που πολίτης ἐστίν (καί γάρ μέτοικοι καί δοῦλοι κοινωνοῦσι τῆς οἰκήσεως), οὐδ' οἱ τῶν δικαίων μετέχοντες οὕτως ὥστε καί δίκην ὑπέχειν καί δικάζεσθαι (τοῦτο γάρ ὑπάρχει καί τοῖς ἀπό συμβόλων κοινωνοῦσιν)· ... πολίτης δ’ ἀπλῶς οὐδενί τῶν ἄλλων ὁρίζεται μᾶλλον ἤ τῷ μετέχειν κρίσεως καί ἀρχῆς. … Τίς μέν οὖν ἐστιν ὁ πολίτης, ἐκ τούτων φανερόν· ᾧ γάρ ἐξουσία κοινωνεῖν ἀρχῆς βουλευτικῆς καί κριτικῆς, πολίτην ἤδη λέγομεν εἶναι ταύτης τῆς πόλεως, πόλιν δέ τό τῶν τοιούτων πλῆθος ἱκανόν πρός αὐτάρκειαν ζωῆς, ὡς ἀπλῶς εἰπεῖν.
Παρατηρήσεις
Α.1. Από το παραπάνω κείμενο να γράψετε στο τετράδιό σας τη μετάφραση του αποσπάσματος «Ἐπειδή πᾶσαν πόλιν … οὐκ ἔστι πολίτης».
Μονάδες 10
Β.1. Ποια είναι η δομή του συλλογισμού, με τον οποίο ο Αριστοτέλης ορίζει την πόλη ως την τελειότερη μορφή κοινωνίας;
Μονάδες 10
Β.2. Γιατί ο Αριστοτέλης επιδιώκει να προσδιορίσει την έννοια του πολίτη και πως ορίζει τη σχέση του με την πόλη;
Μονάδες 10
Β.3. Με βάση το κείμενο που σας δίνεται και το παρακάτω μεταφρασμένο απόσπασμα, να εξηγήσετε γιατί, κατά τον Αριστοτέλη, η πόλη είναι «κοινωνική οντότητα τέλεια» και γιατί υπάρχει «εκ φύσεως».
Μεταφρασμένο κείμενο:
Η κοινωνική οντότητα που προήλθε από τη συνένωση περισσότερων χωριών είναι η πόλη, μια κοινωνική οντότητα τέλεια, που μπορούμε να πούμε ότι πέτυχε τελικά την ύψιστη αυτάρκεια· συγκροτήθηκε για να διασφαλίζει τη ζωή, στην πραγματικότητα όμως υπάρχει για να εξασφαλίζει την καλή ζωή. Η πόλη, επομένως, είναι κάτι που ήρθε στην ύπαρξη εκ φύσεως, όπως ακριβώς και οι πρώτες κοινωνικές οντότητες, αφού αυτή είναι το τέλος εκείνων κι αφού αυτό που λέμε φύση ενός πράγματος δεν είναι παρά η μορφή που αυτό έχει κατά τη στιγμή της τελείωσης, της ολοκλήρωσής του: αυτό δεν λέμε, πράγματι, πως είναι τελικά η φύση του κάθε πράγματος, π. χ . του ανθρώπου, του αλόγου ή του σπιτιού, η μορφή δηλαδή που το κάθε πράγμα έχει όταν ολοκληρωθεί η εξελικτική του πορεία;
Αριστοτέλους Πολιτικά (Α2, 5)
Β.4. Ποια είναι η σημασία της λέξης «πόλη» στα πολιτικά του Αριστοτέλη και ποιοι οι στόχοι της;
Μονάδες 10
Β.5. Να βρείτε στο παραπάνω πρωτότυπο διδαγμένο κείμενο μία ετυμολογικά συγγενή λέξη, απλή ή σύνθετη, για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις της νέας ελληνικής: ενόραση, σύσταση, κατάσχεση, σύγκλητος κειμήλιο, σκόπιμος, άρχοντας, άφαντος, ρητό, άφιξη
Μονάδες 10
Γ. Αδίδακτο κείμενο
Θουκυδίδη Ιστοριών Ζ 28
Μηνύεται οὖν ἀπὸ μετοίκων τέ τινων καὶ ἀκολούθων περὶ μὲν τῶν Ἑρμῶν οὐδέν, ἄλλων δὲ ἀγαλμάτων περικοπαί τινες πρότερον ὑπὸ νεωτέρων μετὰ παιδιᾶς καὶ οἴνου γεγενημέναι, καὶ τὰ μυστήρια ἅμα ὡς ποιεῖται ἐν οἰκίαις ἐφ’ ὕβρει· ὧν καὶ τὸν Ἀλκιβιάδην ἐπῃτιῶντο. καὶ αὐτὰ ὑπολαμβάνοντες οἱ μάλιστα τῷ Ἀλκιβιάδῃ ἀχθόμενοι ἐμποδὼν ὄντι σφίσι μὴ αὐτοῖς τοῦ δήμου βεβαίως προεστάναι, καὶ νομίσαντες, εἰ αὐτὸν ἐξελάσειαν, πρῶτοι ἂν εἶναι, ἐμεγάλυνον καὶ ἐβόων ὡς ἐπὶ δήμου καταλύσει τά τε μυστικὰ καὶ ἡ τῶν Ἑρμῶν περικοπὴ γένοιτο καὶ οὐδὲν εἴη αὐτῶν ὅτι οὐ μετ’ ἐκείνου ἐπράχθη, ἐπιλέγοντες τεκμήρια τὴν ἄλλην αὐτοῦ ἐς τὰ ἐπιτηδεύματα οὐ δημοτικὴν παρανομίαν.
- - - - - - - - -
* μεγαλύνω = μεγαλοποιώ
* δημοτική = δημοκρατική
Γ.1. Να γράψετε στο τετράδιό σας τη μετάφραση του παραπάνω κειμένου
Μονάδες 20
Γ.2. Να γράψετε στο τετράδιό σας τον τύπο που ζητείται για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις:
τινων : την αιτιατική ενικού στο θηλυκό γένος
ὕβρει : την αιτιατική ενικού
ὄντι : τη δοτική πληθυντικού στον ίδιο τύπο
μάλιστα : τον θετικό βαθμό του ιδίου τύπου
ἐπῃτιῶντο : το β΄ ενικό πρόσωπο της προστακτικής του ενεστώτα στην ίδια φωνή
ὑπολαμβάνοντες : τη δοτική πληθυντικού της μετοχής του αορίστου της παθητικής φωνής στο ίδιο γένος
ἐξελάσειαν : το γ΄ πληθυντικό πρόσωπο της ευκτικής του μέλλοντα στην ίδια φωνή
ἐβόων : το απαρέμφατο του ενεστώτα στην ίδια φωνή
εἴη : το γ΄ ενικό πρόσωπο της οριστικής του μέλλοντα
ἐπράχθη : το γ΄ ενικό πρόσωπο της προστακτικής του παρακειμένου στην ίδια φωνή.
Μονάδες 10
Γ.3.α. Να γίνει πλήρης συντακτική αναγνώριση των παρακάτω τύπων και φράσεων: περὶ τῶν Ἑρμῶν, ὑπὸ νεωτέρων, τὰ μυστήρια, τὸν Ἀλκιβιάδην, δήμου (το δεύτερο στο κείμενο), αὐτοῦ ( μονάδες 6).
Γ.3.β. Να γράψετε τον υποθετικό λόγο του κειμένου (μονάδες 2) και να τον χαρακτηρίσετε ως προς το είδος του (μονάδες 2).
Μονάδες 10
Απαντήσεις
Α.1. Μετάφραση:
11. Επειδή βλέπουμε ότι κάθε πόλη-κράτος είναι ένα είδος κοινότητας και ότι κάθε κοινότητα έχει συσταθεί για την επίτευξη κάποιου αγαθού (πράγματι όλοι κάνουν τα πάντα για χάρη εκείνου που θεωρούν ότι είναι καλό), είναι φανερό ότι όλες (οι κοινότητες) επιδιώκουν κάποιο αγαθό, κυρίως όμως αυτή που είναι ανώτερη από όλες τις άλλες και κλείνει μέσα της όλες τις άλλες (έχει για στόχο της) το ανώτερο από όλα (τα αγαθά). Αυτή λοιπόν είναι (η κοινότητα) που ονομάζεται πόλη ή πολιτική κοινωνία.
15. Επειδή όμως η πόλη ανήκει στην κατηγορία των σύνθετων πραγμάτων, όπως όλα εκείνα τα πράγματα που το καθένα τους είναι ένα όλον, αποτελούμενο όμως από πολλά μέρη, είναι φανερό ότι πρώτα πρέπει να ψάξουμε να βρούμε τι είναι ο πολίτης· γιατί η πόλη είναι ένα σύνολο από πολίτες. Επομένως, πρέπει να εξετάσουμε ποιον πρέπει να ονομάζουμε πολίτη και ποιος είναι ο πολίτης. Γιατί για το περιεχόμενο της λέξης πολίτης διατυπώνονται πολλές φορές διαφορετικές μεταξύ τους γνώμες˙ δεν υπάρχει δηλαδή μια γενική συμφωνία για το περιεχόμενο της λέξης πολίτης· με άλλα λόγια κάποιος, ενώ είναι πολίτης σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα, συχνά δεν είναι πολίτης σε ένα ολιγαρχικό πολίτευμα.
μετάφραση από τα Ψηφιακά εκπαιδευτικά βοηθήματα
B.1. Η πόλη τελειότερη μορφή κοινωνίας:
Στην ενότητα Α1,1/11η ενότητα («ἐπειδή πᾶσαν…ἡ κοινωνία ἡ πολιτική») ο Αριστοτέλης επιχειρεί να δώσει τον πρώτο ορισμό της έννοιας «πόλις» στα Πολιτικά. Η «πόλις», λοιπόν, είναι μια μορφή ανώτερης κοινωνικής συνύπαρξης («ἡ πασῶν κυριωτάτη»), που εμπεριέχει όλες τις άλλες («πάσας περιέχουσα τὰς ἄλλας»), και αποβλέπει στο ανώτερο από όλα τα αγαθά («τοῦ κυριωτάτου πάντων»). Είναι δε «ἡ κοινωνία ἡ πολιτική». Στον ορισμό αυτό μπορούμε να διακρίνουμε το προσεχές γένος της έννοιας «πόλις» και την ειδοποιό διαφορά της.
Συγκεκριμένα, το προσεχές της γένος, δηλαδή η ευρύτερη κατηγορία στην οποία εντάσσεται η έννοια, είναι ο όρος «κοινωνία» («κοινωνίαν τινὰ οὖσαν»), ενώ η ειδοποιός διαφορά της, δηλαδή το ιδιαίτερο εκείνο γνώρισμα που διαφοροποιεί την έννοια του γένους από τις όμοιές της έννοιες, ώστε να προκύψει η οριστέα, είναι το αγαθό στο οποίο αποβλέπει. Ειδικότερα, το αγαθό στο οποίο αποβλέπει, που είναι η ευδαιμονία των πολιτών, είναι το ανώτερο από όλα τα αγαθά των άλλων κοινωνιών και μ’ αυτό η «πόλις» επιδιώκει το συμφέρον του συνόλου των πολιτών.
Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί παραγωγικό συλλογισμό, για να αποδείξει ότι η «πόλις» είναι μια μορφή κοινωνικής συνύπαρξης που αποβλέπει σε ένα αγαθό. Σχηματικά ο συλλογισμός του έχει ως εξής:
1η προκείμενη: κάθε κοινωνία - μορφή κοινωνικής συνύπαρξης αποβλέπει σε ένα αγαθό
· «πᾶσαν κοινωνίαν ἀγαθοῦ τινος ἕνεκεν συνεστηκυῖαν»
2η προκείμενη: η πόλη-κράτος είναι μια κοινωνία - μορφή κοινωνικής συνύπαρξης
· πᾶσαν πόλιν ὁρῶμεν κοινωνίαν τινὰ οὖσαν»
Συμπέρασμα: όλες οι κοινωνίες αποβλέπουν σε κάποιο αγαθό –και– η κυριότερη από όλες τις κοινωνίες αποβλέπει στο κυριότατο από όλα τα αγαθά
· «πᾶσαι μὲν ἀγαθοῦ τινος στοχάζονται» και «τοῦ κυριωτάτου πάντων».1
Αντίθετα, οι άλλες μορφές κοινωνίας επιδιώκουν επιμέρους αγαθό για το συμφέρον των μελών τους. Στο κείμενο παρατηρείται ότι ο Αριστοτέλης εξετάζει τελεολογικά την έννοια «πόλις» καθώς και τις άλλες μορφές κοινωνικής συνύπαρξης. Εξετάζει δηλαδή τα παραπάνω σε σχέση με τον σκοπό για τον οποίο υπάρχουν και τον οποίο προσπαθούν να επιτύχουν. Αφορά, λοιπόν, η πόλη τη γνωστή για τον αρχαίο ελληνικό κόσμο πόλη- κράτος, όπως επικράτησε να αποδίδεται σήμερα ο όρος.2
B2. Ορισμός της έννοιας πολίτης και η σχέση του με την πόλη
Στην Γ1,2/15η ενότητα ο Αριστοτέλης διευκρινίζει για ποιους λόγους το ερώτημα για την πόλη θέτει το ερώτημα για την έννοια του πολίτη. Με δεδομένο ότι η πόλη είναι μια ολότητα πλήθους πολιτών («ἡ γὰρ πόλις πολιτῶν τι πλῆθός ἐστιν»), τι είναι αυτό που κάνει το πλήθος να αποτελεί ολότητα και όχι μια άμορφη μάζα; Για να απαντηθεί το ερώτημα αυτό κρίνεται απαραίτητη πρώτα η διερεύνηση της έννοιας του «πολίτη», δηλαδή αυτού που κάνει κάποιον να ανήκει στα συστατικά στοιχεία του συνόλου που είναι η πόλη. Εύλογα δεν είναι δυνατό να απαντήσουμε στο ερώτημα «τι είναι η πόλη» παρά μέσω της απάντησης στο ερώτημα «τι είναι πολίτης».
α) Ο πολίτης είναι μέρος της πόλης («Ἐπεὶ δ’ ἡ πόλις … πλῆθός ἐστιν»): η πόλη ανήκει στην κατηγορία των σύνθετων πραγμάτων («τῶν συγκειμένων»), είναι δηλαδή ένα όλον («τι τῶν ὅλων») που αποτελείται από μέρη («ἐκ πολλῶν μορίων»), τους πολίτες. Η ταυτότητα της πόλης συνθέτει:
· Στοιχεία φυσικά (τόπος και άνθρωποι)
· Στοιχεία πολιτικά (συνταγματική τάξη και πολιτειακή οργάνωση)
Η σύνθεση των στοιχείων είναι οργανική και από αυτήν την άποψη η πόλη είναι ένα «όλον», δηλαδή ένα οργανικό σύνολο που έχει Μορφή (παράγοντας οργανικής ενότητας των μερών) και Τέλος (καθορισμένο σκοπό).
Επομένως, για να κατανοήσουμε το όλον, δηλαδή την πόλη, πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε το μέρος, δηλαδή τον πολίτη και τα χαρακτηριστικά του, αφού ο ρόλος του στην πολιτική τάξη είναι καθοριστικός.
Έτσι, προκειμένου ο Αριστοτέλης να φτάσει στον ορισμό της έννοιας «πόλις», ακολουθεί την αναλυτική μέθοδο. Αναλύει δηλαδή, μια γενική, σύνθετη έννοια –στην προκείμενη περίπτωση την έννοια «πόλη» – στα συστατικά της, τα επιμέρους στοιχεία της, τον πολίτη, και εντοπίζει, προσδιορίζει τα χαρακτηριστικά τους. Αντίθετα, στις ενότητες 11-14, στην προσπάθειά του να εξηγήσει πώς γεννήθηκε η πόλη, ακολούθησε τη γενετική μέθοδο.
β) τίνα χρή καλεῖν πολίτην καὶ τίς ὁ πολίτης. Είναι το δεύτερο προκαταρκτικό ερώτημα που χρειάζεται διερεύνηση, για να απαντηθεί το αφετηριακό ερώτημα για τη φύση και τα είδη των πολιτευμάτων. Το ερώτημα για τον πολίτη είναι διμελές και παραπέμπει στο βάθος (τίς ὁ πολίτης) και το πλάτος της έννοιας (τίνα χρή καλεῖν πολίτην). Ο Αριστοτέλης προσανατολίζει την εξέταση α) στη συγκέντρωση των χαρακτηριστικών που συνιστούν την έννοια του πολίτη (τίς ὁ πολίτης) και β) στον προσδιορισμό εκείνων που πρέπει να αναγνωριστούν ως πολίτες σε μια πόλη με κριτήρια την ηλικία, το φύλο, την κοινωνική θέση κ.ά. (τίνα χρή καλεῖν πολίτην).
γ) Έλλειψη ομοφωνίας για τον ορισμό της έννοιας «πολίτης» («Ὥστε …
οὐκ ἔστι πολίτης»): πρέπει να διερευνηθεί η έννοια «πολίτης», όχι μόνο για να γίνει κατανοητή η έννοια της πόλης, αλλά και για να διασαφηνιστεί το περιεχόμενο της έννοιας «πολίτης», για το οποίο δεν υπάρχει ομοφωνία. Έτσι, διαπιστώνουμε ότι διαφορετικά νοείται ο πολίτης σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα και διαφορετικά σε ένα ολιγαρχικό.
Όπως προκύπτει από την ενότητα Γ1, 3-4/6/12//15η ενότητα το ποιος είναι πολίτης εξαρτάται από το πολίτευμα που ισχύει στην πόλη, γιατί πολίτης είναι αυτός που μετέχει στην άσκηση κάποιας εξουσίας. Επειδή όμως υπάρχουν διαφορετικά πολιτεύματα με διαφορετικά ποιοτικά γνωρίσματα, ο πολίτης ορίζεται ανάλογα με τα διαφορετικά γνωρίσματα του πολιτεύματος της πόλης του. Έτσι, μπορεί κανείς να είναι πολίτης σε δημοκρατικό πολίτευμα, όχι όμως και σε ολιγαρχικό ή τυραννικό. Όπως θα εξηγήσει στη συνέχεια του Γ’ βιβλίου των Πολιτικών, γίνεται κανείς πολίτης σύμφωνα με τον όρο, δηλαδή τη βάση που καθορίζει το είδος του πολιτεύματος. Η αρετή, ο πλούτος και η ελευθερία είναι οι όροι που διακρίνουν τα πολιτεύματα της αριστοκρατίας, της ολιγαρχίας και της δημοκρατίας αντίστοιχα και καθιστούν κάποιον πολίτη του πολιτεύματος αυτού. Η ελευθερία είναι αναγκαία και επαρκής συνθήκη για να αποκτήσει κανείς την ιδιότητα του πολίτη στο δημοκρατικό πολίτευμα, ενώ στα άλλα πολιτεύματα είναι αναγκαία, αλλά όχι επαρκής.
Γενικά, η μετάβαση από την πόλη στον πολίτη, στην οποία ο Σταγειρίτης ακολουθεί αναλυτική συλλογιστική πορεία, εξηγείται από τη φύση της πόλης ως όλου, μέρος του οποίου είναι ο πολίτης. Είναι όμως καθοριστικός ο ρόλος του για την πολιτική και επομένως είναι ανάγκη να αναζητηθούν τα χαρακτηριστικά του, κάτι που ο Αριστοτέλης επιχειρεί στο χωρίο «Ὁ πολίτης … ὡς ἁπλῶς εἰπεῖν». Εδώ ο Αριστοτέλης παρουσιάζει τον πολίτη ως οργανικό μέλος της πόλης με την προϋπόθεση να μετέχει στην πολιτική και τη δικαστική εξουσία.
Πολίτης, λοιπόν, είναι:
α) αυτός που συμμετέχει στη δικαστική εξουσία, που έχει δηλαδή το δικαίωμα να δικάζει ως μέλος δικαστηρίου και ειδικότερα του λαϊκού δικαστηρίου της Ηλιαίας («μετέχειν κρίσεως») και
β) αυτός που συμμετέχει στην πολιτική εξουσία, αφενός δηλαδή στη διοίκηση του κράτους εκλέγοντας τους ηγέτες της πόλης του και αφετέρου μετέχοντας στα όργανα που λαμβάνουν τις πολιτικές αποφάσεις και νομοθετούν (βουλή, εκκλησία του δήμου) («μετέχειν ἀρχῆς»).
Ο ορισμός αποδίδει την ίδια την ουσία της πόλης, γιατί η πόλη είναι συμβιωτική κοινότητα που διέπεται από σχέσεις εξουσίας μεταξύ των μελών της με το εξής όμως γνώρισμα: η εξουσία ασκείται μεταξύ ίσων. Ο πολίτης, το ίδιο και όλοι οι άλλοι, έχει κάποια μορφή βουλευτικής και δικαστικής εξουσίας στην πόλη. Ανεξάρτητα από το είδος του πολιτεύματος, πολίτης είναι αυτός που αναδέχεται κάποια δικαστική ή βουλευτική εξουσία, αλλά οι συνθήκες για την απόκτηση της ιδιότητας του πολίτη μεταβάλλονται ανάλογα με τα πολιτεύματα. Οι πολίτες είναι εξ ορισμού ελεύθεροι, γιατί υπάρχουν και πράττουν για χάρη του εαυτού τους και όχι για χάρη άλλων. Υπάρχουν και πράττουν για χάρη της ευδαιμονίας τους που αποτελεί τον τελικό σκοπό της ύπαρξης της πόλης.
Εν ολίγοις, ο «αριστοτελικός» πολίτης είναι αυτός που συμμετέχει στην εκτελεστική και τη δικαστική αρχή. Αυτή η συμμετοχή παρουσιάζεται από τον φιλόσοφο ως το σπουδαιότερο δικαίωμά του, διότι χάρη σε αυτό ο πολίτης διαχειρίζεται τα πολιτικά πράγματα, πολιτεύεται. Ισοδυναμεί με τη συμμετοχή στο σύνολο σχεδόν των λειτουργιών της πόλης - κράτους.
Φυσικά, ο φιλόσοφος αναφέρεται στην πόλη της δημοκρατικής Αθήνας, την πόλη της άμεσης δημοκρατίας, αλλά και σε όσες πόλεις-κράτη είχαν παρόμοια πολιτεύματα, γιατί σε πολιτεύματα ολιγαρχικά ή τυραννικά, όπως αυτά της Σπάρτης και της Κρήτης δεν είχαν όλοι οι πολίτες το δικαίωμα να συμμετέχουν στις λειτουργίες του κράτους.3
Β3. Η πόλη είναι «κοινωνική οντότητα τέλεια» και γιατί υπάρχει «εκ φύσεως».
Σύμφωνα με τις διδασκαλίες του Αριστοτέλη (μεταφρασμένο κείμενο/12η ενότητα), υπάρχουν τρία είδη κοινωνικών οντοτήτων ή διαφορετικά, ομάδων συνύπαρξης των ανθρώπων: η οικογένεια («ὁ οἶκος, ἡ οἰκία»), το χωριό («ἡ κώμη») και η πόλη-κράτος («ἡ πόλις»). Οι κοινωνικές αυτές οντότητες δημιουργήθηκαν «φύσει», καθώς ο άνθρωπος είναι προορισμένος από τη φύση να μην μπορεί να υπάρξει μόνος του4.
Πρώτη μορφή κοινωνικής συμβίωσης αποτελούσε η οικογένεια («ὁ οἶκος, ἡ οἰκία»), η οποία ήταν το αποτέλεσμα της φυσικής αναγκαιότητας, του φυσικού «συνδυασμού» του άρρενος και του θήλεος. Σκοπός της ήταν η ικανοποίηση των καθημερινών βιοτικών αναγκών του ανθρώπου (ένστικτο αυτοσυντήρησης) και η διαιώνιση του είδους (ένστικτο αναπαραγωγής). Δεύτερη στη σειρά ερχόταν το χωριό («ἡ κώμη»), η κοινωνία που σχηματίστηκε με φυσική εξέλιξη από «πλείονας οἰκίας», από πολλές δηλαδή οικογένειες. Αποτελεί την ανάπτυξη της οικογένειας και όχι κάτι διαφορετικό από αυτή. Σκοπός της ήταν η ικανοποίηση αναγκών ανώτερων από τις καθημερινές. Τέτοιες ήταν η ανάγκη για την προστασία από κινδύνους ή επιθέσεις, αλλά και οι υψηλότερες, πνευματικότερες ανάγκες του, όπως για παράδειγμα η ανάγκη για λατρεία του θείου ή για απόδοση δικαιοσύνης.
Η τρίτη μορφή κοινωνικής συμβίωσης ήταν η πόλη («ἡ πόλις»), η οποία αποτελούσε υψηλότερο και ανώτερο τύπο κοινωνίας, γιατί σχηματίστηκε από τη συνένωση περισσότερων χωριών, συνεπώς και οικογενειών. Ήταν, δηλαδή, φυσική εξέλιξη και ανάπτυξη αυτών των πρώτων μορφών κοινωνίας, το «τέλος» αυτών, η ολοκληρωμένη, τέλεια κοινωνία, η οποία ικανοποιούσε τις ηθικές ανάγκες του ανθρώπου. Σκοπός της ήταν όχι μόνο το «ζῆν», η επιβίωση, που και η «κώμη» επεδίωκε και εξασφάλιζε, αλλά το «εὖ ζῆν», δηλαδή η ευδαιμονία, και το υπέρτατο αγαθό της αυτάρκειας. Η αυτάρκεια της πόλης δεν αφορά απλώς τα υλικά αγαθά και την εμπορική της ανάπτυξη, αλλά και την ύπαρξη αμυντικών δυνατοτήτων, συστήματος χρηστής διοίκησης και απονομής δικαιοσύνης. Έτσι, η πόλη καθίσταται αυτόνομη σε όλους τους τομείς.
Χρονική προτεραιότητα στον σχηματισμό αυτών των κοινωνιών έχει η οικογένεια και στη μακραίωνη εξέλιξή τους η πόλη έρχεται τελευταία χρονικά, αλλά αξιολογικά έχει προτεραιότητα απέναντι στις άλλες.
Έτσι, λοιπόν, ένας πιο ολοκληρωμένος ορισμός της θα περιελάμβανε τα ακόλουθα: η πόλη είναι μια τέλεια μορφή κοινωνικής οντότητας, που υπάρχει εκ φύσεως και προήλθε από τη συνένωση άλλων κοινωνικών οντοτήτων, τις οποίες εμπεριέχει. Είναι ανώτερη από όλες τις άλλες, γιατί είναι το τέλος τους, η εξέλιξη, η ολοκλήρωσή τους. Αποβλέπει στο ανώτερο από όλα τα αγαθά, αφού συγκροτήθηκε για να διασφαλίζει τη ζωή των ανθρώπων, στην πραγματικότητα όμως υπάρχει για να εξασφαλίζει την καλή ζωή τους πετυχαίνοντας την ύψιστη αυτάρκεια, που είναι κάτι το άριστο.
Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί δύο συλλογισμούς, για να αποδείξει ότι η πόλη υπάρχει εκ φύσεως5:
Πρώτος συλλογισμός
1η προκείμενη: οι πρώτες κοινωνικές οντότητες (η οικογένεια και το χωριό) υπάρχουν εκ φύσεως
2η προκείμενη: η πόλη είναι εξέλιξη, ολοκλήρωση των πρώτων κοινωνικών οντοτήτων
Συμπέρασμα: άρα, η πόλη υπάρχει εκ φύσεως.
Δεύτερος συλλογισμός
1η προκείμενη: η φύση ενός πράγματος είναι η ολοκλήρωσή του
2η προκείμενη: η πόλη είναι ολοκλήρωση των πρώτων κοινωνικών οντοτήτων (της οικογένειας και του χωριού)
Συμπέρασμα: άρα, η πόλη υπάρχει εκ φύσεως.
Στην Α1, 1/11η ενότητα ο Αριστοτέλης προσδιόρισε την έννοια «πόλις» κάνοντας αναφορά στα εξής γνωρίσματά της:
· κάθε πόλη είναι ένα είδος κοινωνικής συνύπαρξης («πᾶσαν πόλιν οὖσαν κοινωνίαν τινα»),
· είναι ανώτερη από όλες τις κοινωνίες και εμπεριέχει όλες τις άλλες («ἡ πασῶν κυριωτάτη καὶ περιέχουσα πάσας τὰς ἄλλας»),
· επιδιώκει το ανώτερο από όλα τα αγαθά («μάλιστα τοῦ κυριωτάτου πάντων»).
Στην Γ1, 12/16η ενότητα διευκρινίζεται ότι με δεδομένο ότι πόλη είναι ένα σύνολο πολιτών, που διαθέτει εξουσίες, διατηρείται ως ενιαία ολότητα που υπηρετεί τον τελικό της σκοπό, την ευδαιμονία, η οποία όμως προϋποθέτει αυτάρκεια, γιατί η αυτάρκεια που επιτυγχάνεται στην πόλη, όταν ικανοποιούνται όλες οι ανάγκες ζωής, είναι συνώνυμη με την ευτυχία, το «εὖ ζῆν». Οι άνθρωποι, ως άτομα και σύνολα, επειδή είναι ελλιπή όντα, είναι δυνατόν να είναι ευτυχείς, μόνο αν είναι σε θέση να έχουν επάρκεια, την οποία βρίσκουν μέσα στην πόλη και από την πόλη. Η πολιτική κοινωνία ως πλήρης ύπαρξη, που δεν της λείπει τίποτε και μπορεί να εγγυηθεί το «εὖ ζῆν», είναι αποτέλεσμα της συνειδητής πολιτικής πράξης των πολιτών.
Β.4. Εισαγωγή:
Σελίδα 178-179: Η αρχαία ελληνική αυτή λέξη δεν είχε τη σημασία που έχει η δική μας λέξη "πόλη". Η αρχαία ελληνική λέξη πόλις αντιστοιχεί μάλλον στη δική μας έννοια "κράτος". Αυτή η πόλις - κράτος είναι στα Πολιτικά μια κοινότητα που την αποτελούν κυβερνώντες και κυβερνώμενοι, ἄρχοντες και ἀρχόμενοι. Είναι ένα όλον που το αποτελούν, όπως θα δούμε, μέρη· τα μέρη αυτά δεν χάνουν μέσα στο όλον τη δική τους φυσιογνωμία. Ως όλον λοιπόν η πόλις - κράτος αποτελείται από ανόμοια μεταξύ τους στοιχεία· μερικά από αυτά ασκούν εξουσία, τα άλλα υπακούουν. Ως όλον η πόλις έχει για στόχο της την ευδαιμονία, κι αυτή πάλι είναι το αποτέλεσμα της αυτάρκειας, της απόλυτης μακάρι ανεξαρτησίας από οτιδήποτε βρίσκεται έξω από την πόλιν.
Β.5. Ετυμολογικά συγγενή λέξη (απλή ή σύνθετη):
• ενόραση = ὁρῶμεν
• σύσταση = συνεστηκυῖαν
• κατάσχεση = περιέχουσα
• σύγκλητος = καλουμένη
• κειμήλιο = συγκειμένων
• σκόπιμος = σκεπτέον
• άρχοντας = όλιγαρχίᾳ
• άφαντος = φανερόν
• ρητό = λέγομεν
• άφιξη = ἱκανόν
Γ.1. Μετάφραση αδίδακτου κειμένου
Τότε υποβάλλεται καταγγελία από κάτι μετοίκους και υπηρέτες, όχι σχετικά με το σπάσιμο των Ερμών, αλλά πως είχαν διαπραχθεί κάτι άλλοι ακρωτηριασμοί αγαλμάτων από μερικούς μεθυσμένους νέους γι' αστείο και πως είχαν παραστήσει σε σπίτια τα Ελευσίνια μυστήρια από ασεβή αναίδεια· γι' αυτά κατηγορούσαν ανάμεσα σ' άλλους και τον Αλκιβιάδη. Κ' εκείνοι που είχαν μεγαλύτερη αμάχη με τον Αλκιβιάδη που τους στεκόταν εμπόδιο, ώστε να μην έχουνε σίγουρη την ηγεσία της δημοκρατικής μερίδας, και νομίζοντας πως αν τον έδιωχναν αυτόν θα ήταν πρώτοι στην πολιτεία, τα πήραν αυτά για επιχειρήματα και τα εξόγκωσαν και σήκωσαν κατακραυγή πως τόσο η παρωδία των μυστηρίων όσο και ο ακρωτηριασμός των Ερμών είχανε γίνει με τον σκοπό να καταργηθεί η δημοκρατία και καμιά απ' αυτές τις ιεροσυλίες δεν είχε διαπραχθεί χωρίς τη συμμετοχή του, αναφέροντας ως τελική απόδειξη όλο το υπόλοιπο παράνομο φέρσιμό του και τις αντιδημοκρατικές του συνήθειες.
Γ.2. Να γράψετε στο τετράδιό σας τον τύπο που ζητείται για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις:
τινων : τινά
ὕβρει : ὕβριν
ὄντι : οὖσι(ν)
μάλιστα : μάλα
ἐπῃτιῶντο : ἐπαιτιῶ
ὑπολαμβάνοντες : ὑποληφθεισι(ν)
ἐξελάσειαν : ἐξελῷεν
ἐβόων : βοᾶν
εἴη : ἔσται
ἐπράχθη : πεπράχθω
Γ.3.α. Συντακτική αναγνώριση τύπων και φράσεων:
• περὶ τῶν Ἑρμῶν = εμπρόθετος της αναφοράς στο μηνύεται
• ὑπὸ νεωτέρων = ποιητικό αίτιο στο γεγενημέναι
• τὰ μυστήρια = υποκείμενο στο ποιεῖται (αττική σύνταξη)
• τὸν Ἀλκιβιάδην = αντικείμενο του ρήματος ἐπῃτιῶντο
• δήμου = γενική αντικειμενική στο καταλύσει
• αὐτοῦ = γενική υποκειμενική στο παρανομίαν
Γ.3.β. Αναγνώριση υποθετικού λόγου:
• υπόθεση: εἰ αὐτὸν ἐξελάσειαν, απόδοση: πρῶτοι ἂν εἶναι
• Ο υποθετικός λόγος είναι εξαρτημένος κατά την απόδοση. Σε ευθύ λόγο θα ήταν της μορφής:
• υπόθεση: εἰ αὐτὸν ἐξελάσειαν, απόδοση: πρῶτοι ἂν εἶεν.
• Σχηματίζεται υποθετικός λόγος της απλής σκέψης του λέγοντος
Επιμέλεια Ο.Ε.Φ.Ε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου